ενάντια σε κάθε εξουσία
 

 

Περί πανεπιστημίου…
… ορισμένες εξηγήσεις για ένα σύστημα & μια συνηθισμένη περίπτωση

{Το κείμενο αυτό έρχεται να περιγράψει μια κατάσταση που έχει μεγάλη σχέση
με τη τρίχρονη ουσιαστική αποχή μου από την «εκπαιδευτική διαδικασία»)

Ας δούμε ένα συνηθισμένο παράδειγμα. Ας δούμε έναν νέο φοιτητή στην αίθουσα διδασκαλίας. Ο νέος αυτός δεν είναι συνηθισμένος, αφού ο κάθε ένας, η κάθε μία, είναι μια ξεχωριστή προσωπικότητα, εμπεριέχει μια μοναδικότητα. Η περίπτωσή του, όμως, όσον αφορά το πανεπιστήμιο, είναι μάλλον συνηθισμένη μέχρι κάποιο σημείο.

Παρόλο που βρίσκεται στη μέση περίπου της αίθουσας και έχει «ξεφύγει» από την παρόρμησή του να την εγκαταλείψει (άλλωστε τόσοι άλλοι «συνάδελφοί» του κάθονται στις τελευταίες θέσεις, έτοιμοι να το σκάσουν από τη πόρτα), δυσκολεύεσαι να διακρίνεις το οποιοδήποτε χαρακτηριστικό στο πρόσωπό του. Νομίζεις πως είναι τελείως ανέκφραστο…

Ο φίλος μας αυτός, βρίσκεται στο πρώτο έτος μιας σχολής θετικών επιστημών τετραετούς φοίτησης. Αυτό σημαίνει ότι ξεχνώντας το νηπιαγωγείο, έχει περάσει τουλάχιστον 12 χρόνια (εξαιρουμένων των καλοκαιρινών περιόδων) σε μια παρόμοια αίθουσα. Στη μέχρι τώρα ζωή του, το σχολείο θεωρούνταν το πιο σοβαρό κομμάτι της. Και το σχολείο σημαίνει να ακούει κάποιον ενήλικο να του μιλάει, ακολουθώντας ένα προκαθορισμένο «αναλυτικό πρόγραμμα». Ταυτόχρονα δεν κατάφερε μέχρι τώρα να θέσει στον εαυτό του μια σοβαρή αποστολή - ασχολία. Όσες φορές μάλιστα νόμισε πως θα μπορούσε να κάνει κάτι μόνος του, βρίσκονταν κάποιος ενήλικος να τον αποθαρρύνει ή και να τον διακόψει.

Κι όμως είναι έξυπνος. Μπορεί και αποστηθίζει διάφορα αποσπάσματα από τα βιβλία, ενώ μπορεί να επεξεργάζεται αρκετά εύκολα μαθηματικούς τύπους. Έτσι κατάφερε και «μπήκε» σε «ένα από τα καλύτερα πανεπιστήμια της χώρας», όπως του έλεγαν όλοι. Το τελευταίο του χρόνο στο λύκειο, είχε πολύ καλούς βαθμούς και είχε καταφέρει να πάρει αρκετά καλούς βαθμούς στις πανελλήνιες εξετάσεις. Παρόλο που είχε χάσει πια το ενδιαφέρον του για όλες τις μέχρι τότε ασχολίες του, είχε καταφέρει να «περάσει» σε μια σχολή που όπως του φαίνονταν τον ενδιέφερε πολύ. Παρόλ’ αυτά, δεν του αρέσουν καθόλου τα βιβλία και η μελέτη για τη σχολή. Δε δίνει καθόλου αγάπη στις εργασίες που δουλεύει, δε δείχνει καθόλου οξύνοια στα θέματα που επεξεργάζεται. Μάλλον δεν μπορεί να διαθέσει σε αυτό το πεδίο την εξυπνάδα και τη δύναμη του μυαλού του. Απλά μαθαίνει τις απαντήσεις και λύνει εντελώς μηχανικά τα προβλήματα. Είναι μάλλον περιττό να πούμε πως εκείνες οι απαντήσεις που είχε «μάθει» για να περάσει τις εξετάσεις, του είναι πλέον «άγνωστες».

Τα αντικείμενα που αναπτύσσονται στην αίθουσα, είναι ουσιαστικά ενδιαφέροντα. Άλλωστε οι περισσότερες επιστήμες είναι ενδιαφέρουσες. Ακόμη όμως και ο καθηγητής που έχει καταφέρει να κερδίσει τη συμπάθεια του φίλου μας, μιας και αναπτύσσει αρκετά ευχάριστα το ενδιαφέρον θέμα του κάθε φορά, δεν μπορεί να τον κάνει να αντιληφθεί πού τον αφορά το κάθε τι που αναπτύσσεται σε αυτή την αίθουσα. Σίγουρα δεν βλέπει να τον βοηθάνε στις σχέσεις του με τους ανθρώπους (μάλιστα έχει ίσως αντιληφθεί ότι πρέπει να έρθει σε κόντρα με αυτούς, αν θέλει να έχει «μια θέση στο μέλλον» όπως άκουσε κάποτε να λένε. Διαφορετικά, η ανεργία βρίσκεται μπροστά του…), ενώ για να πάρει κάποια ευχαρίστηση από το «αντικείμενο» που επεξεργάζεται, δεν του χρειάζεται όλη αυτή η ανάλυση και το τεμάχισμά του. Θέλει απλά να το απολαύσει στην ολότητά του.

Ο φίλος μας ξέρει να μάχεται λεκτικά στα θέματα που τον ενδιαφέρουν, παρόλο που δεν είναι ο κλασσικός τύπος που προσπαθεί να σε πείσει πάντα ότι έχει δίκιο. Έτσι κάποιες φορές ερεθίζεται από κάτι που θα πει ο καθηγητής ή κάτι που θα διαβάσει στο βιβλίο και θέλει να φέρει την αντίρρησή του και να συζητήσει το θέμα, να κάνει κάποια ερώτηση. Μόνο που στην ίδια αίθουσα βρίσκονται πάρα πολλά άτομα και δε μπορεί να διακόψει τη διάλεξη για να αρχίσει κάποιο διάλογο. Ακόμη και στις περιπτώσεις που κι ο ίδιος ο καθηγητής θέλει να δημιουργήσει μια συζήτηση, οι περισσότεροι «συνάδερφοί» του φίλου μας δεν θέλουν να «τους διασπά την προσοχή» για πράγματα που «δεν αφορούν τις εξετάσεις». Οπότε ο καθηγητής που άρχισε να κουβεντιάζει, αρχίζει να αισθάνεται τον τοίχο εχθρότητας που υψώνεται ανάμεσα σε αυτόν και τους υπόλοιπους φοιτητές και σταματάει ξαφνικά ανακαλώντας τον «ζωηρό» φοιτητή στη τάξη. «Αυτό μάλλον θα έπρεπε να το συζητήσεις με τον / την κ. τάδε. Ας επιστρέψουμε στο θέμα μας…»

Τα μαθήματα έχουν καταντήσει απλές ασκήσεις χωρίς καμιά σχέση με οποιαδήποτε πραγματικότητα, ούτε καν μπορούν να απομνημονευτούν. Αν και η εκπαιδευτική διαδικασία πράγματι δύσκολα μπορεί να δείξει στο νεαρό φίλο μας την ομορφιά και τη χρησιμότητα των αντικειμένων που διδάσκεται, ο καθηγητής του δεν χάνει το ενδιαφέρον του. Ενδιαφέρεται για όλες τις πρόσφατες εξελίξεις στο αντικείμενό του και τον ενθουσιάζει η ευφυέστατη καινούργια τεχνική ανάλυσης ενός δύσκολου θέματός της επιστήμης του. Ο φοιτητής μας όμως, δεν έχει ιδέα τη σχέση έχουν τα πράγματα που μελετάει και διδάσκετε με αυτή την επιστήμη. Το μόνο που γνωρίζει σίγουρα είναι ότι πρέπει να περάσει αυτό το μάθημα, γιατί αλλιώς δεν μπορεί να πάρει το πτυχίο του. Συν της άλλης, έχει καταλάβει πλέον, ότι δεν πρόκειται να βρει εδώ το ιδεώδες της αφιλοκερδούς, της αλτρουιστικής επιστήμης. Βλέπει ότι η μοναδική λειτουργία του πανεπιστημίου είναι η προετοιμασία νεαρών ανθρώπων για την παραγωγική διαδικασία, μια «αλυσίδα παραγωγής» πτυχιούχων, οι οποίοι μάλιστα στις σημερινές συνθήκες είναι αμφίβολο αν θα εργαστούν στο αντικείμενό τους. Κανένας δεν τους εξασφαλίζει φυσικά από την ανεργία… εκτός ίσως από το ίδιο το πανεπιστήμιο, το οποίο θα «αρπάξει» τα καλύτερα φυντάνια του και θα τα χρησιμοποιήσει στην διαιώνιση της ίδιας του της ύπαρξης.

Ο νέος μας είχε ξεκινήσει με κάποιο σεβασμό προς τους καθηγητές του, και ήξερε ότι αρχίζει τη φοίτησή του σε ένα πολύ καλό ίδρυμα, αλλά δε γινόταν να μην απογοητευτεί. Έλπιζε (σε αυτό βασίστηκε και όλη η προσπάθειά του για να περάσει τις εισαγωγικές εξετάσεις λίγους μήνες πριν) πως στο πανεπιστήμιο τα πράγματα θα ήταν πολύ διαφορετικά απ’ το λύκειο. Δε μπορούσε να φανταστεί ότι θα ήταν απλά κάποιος από τους φοιτητές που πρέπει να μάθουν το μάθημά τους. Πίστευε ότι θα γίνονταν κατά κάποιο τρόπο ένας από τους πολλούς νεαρούς φίλους των μορφωμένων ανθρώπων που τώρα έβλεπε και πάλι όπως τους καθηγητές του στο λύκειο. Πίστευε ότι η ατμόσφαιρα μάθησης του πανεπιστημίου θα ήταν ελεύθερη, κάτι σαν μια τεράστια διαρκή σύνοδο, όπου θα μπορούσε να εξετάζει ενδιαφέροντα θέματα και να κάνει έρευνες πλάι σε συναδέρφους που θα αντιμετωπίζονται με πολύ διαφορετικό τρόπο απ’ ότι έβλεπε τώρα. Αυτό που βρήκε όμως δεν είχε και πολλές διαφορές από το λύκειο. Κι εδώ υποχρεωτικές ώρες παρακολούθησης (επίσημες ή άτυπες), κι εδώ τεστ (το λέμε προόδους τώρα), κι εδώ εξετάσεις και βέβαια κι εδώ η βαθμολογία. Οι καθηγητές δεν έχουν καμιά σχέση με το πρότυπο που είχε στο μυαλό του, αντίθετα, τόσο κατά τις ώρες διδασκαλίας όσο και στα γραφεία τους είναι τελείως τυπικοί. Δεν υπάρχει περίπτωση να συναντήσει κάποιον από αυτούς σε κάποιον από τους χώρους που αυτός συχνάζει, φυσικά δεν πρόκειται κανένας τους να καλέσει τους φοιτητές του στο σπίτι του και βέβαια δεν θα δείξουν τον ανθρώπινο εαυτό τους. Αυτοί πρέπει να είναι οι καθηγητές που θα δίνουν με εκπληκτική ακρίβεια τις εργασίες στους φοιτητές τους και βέβαια να είναι όσο πιο «στριμμένοι» γίνεται στο θέμα της βαθμολογίας. Αυτός είναι ο τρόπος που θα κρατήσουν τους φοιτητές υπό τον, συνειδητό ή όχι μικρή σημασία έχει, έλεγχό τους.

Έτσι τελικά, όπως και παλιότερα στο γυμνάσιο και το λύκειο, οι φοιτητές και οι φοιτήτριες θα καταφύγουν στον δικό τους παράλληλο κόσμο, που όπως είναι φυσικό θα μπερδέψει ακόμη περισσότερο την «ακαδημαϊκή διαδικασία». Οι φοιτήτριες και οι φοιτητές θα αντιμετωπίζουν σαν εχθρούς τους καθηγητές και τις καθηγήτριες, με την καχυποψία να είναι, βέβαια, αμοιβαία. Η κατάσταση επιδεινώνεται με το γνωστό φαινόμενο των «καθηγητών - star» που δεν πρόκειται να διδάξουν ποτέ τίποτα, αφού ο «αγώνας» τους για το κέρδος και τη δημόσια εικόνα τους έχει αποξενώσει πλήρως, τόσο από τους φοιτητές και τις φοιτήτριές τους όσο και από την ίδια την εκπαιδευτική διαδικασία.

Βιώνοντας αυτή τη κατάσταση ο φοιτητής μας, έχει να αντιμετωπίσει και τον βερμπαλισμό της διοίκησης, που δεν μπορεί παρά να παινεύεται για τον «αναπτυξιακό δρόμο» του πανεπιστημίου. Έτσι μπορεί η σχολή του να μην έχει ούτε τις αναγκαίες τεχνικές και κτιριακές υποδομές, μπορεί να μην υπάρχουν οι εστίες που θα στεγάσουν τους «ακαδημαϊκούς πολίτες», μπορεί να μην παρέχεται καν η ημερήσια σίτιση σε όλους, αλλά θα έπρεπε να είναι περήφανος μιας και το πανεπιστήμιό «του» είναι από τα πιο αναπτυσσόμενα στη χώρα, είναι το πανεπιστήμιο που έχει τη μεγαλύτερη ευχέρεια να κατασκευάζει καινούργια τμήματα, είναι το πανεπιστήμιο που, απ’ ότι φαίνεται, δοκιμάζει νωρίτερα από όλα τα άλλα τις καινοτόμες μεθόδους σε κάθε τομέα… Βέβαια, ακόμη και με τον σημερινό πλούτο πληροφοριών που θα επέβαλλε την αλλαγή στο όποιο σύστημα διδασκαλίας προς την κατεύθυνση της δημιουργικής επεξεργασίας των δεδομένων και όχι της απλής συσσώρευσης της ατέλειωτης γνώσης, ο φοιτητής μας αναγκάζεται να φορτώνεται με έξι και εφτά μαθήματα, όταν ίσως τα δύο ή τρία μαθήματα θα ήταν αρκετά. Πριν καν προλάβει να ενδιαφερθεί για κάποιο μάθημα, πρέπει να το αντικαταστήσει με κάποιο άλλο… Τι να κάνουμε όμως, μην τα θέλουμε και όλα δικά μας…

Δεν φαίνεται και πολύ περίεργο πια, ότι προβάλουν ο φόβος και οι εξωτερικοί παράγοντες για να μπορέσει να συνεχίσει την «ακαδημαϊκή του πορεία». Αφού έχει κατασταλεί η εμπιστοσύνη, αφού δεν υπάρχουν πλέον εσωτερικά κίνητρα για τη συνέχεια, τη θέση τους πρέπει να πάρουν οι ενοχές. Δε μπορεί να μη νοιάζεται για τα λεφτά που ξοδεύουν για αυτόν οι γονείς του. Αν τελικά αποτύχει θα πάει χαμένη μια περιουσία. Και πώς θα δημιουργήσει οικογένεια ο ίδιος, αν δεν έχει πτυχίο; Πως θα έχει την απαραίτητη «σιγουριά», αν είναι άνεργος; Ίσως για ότι δεν του αρέσει στο πανεπιστήμιό του να μην φταίει παρά αυτός ο ίδιος. Ίσως κανένας δεν τους είπδημαϊκή του πορεία». Αφού έχει κατασταλεί η εμπιστοσύνη, αφού δεν υπάρχουν πλέον εσωτερικά κίνητρα για τη συνέχεια, τη θέση τους πρέπει να πάρουν οι ενοχές. Δε μπορεί να μη νοιάζεται για τα λεφτά που ξοδεύουν για αυτόν οι γονείς του. Αν τελικά αποτύχει θα πάει χαμένη μια περιουσία. Και πώς θα δημιουργήσει οικογένεια ο ίδιος, αν δεν έχει πτυχίο; Πως θα έχει την απαραίτητη «σιγουριά», αν είναι άνεργος; Ίσως για ότι δεν του αρέσει στο πανεπιστήμιό του να μην φταίει παρά αυτός ο ίδιος. Ίσως κανένας δεν τους είπδημαϊκή του πορεία». Αφού έχει κατασταλεί η εμπιστοσύνη, αφού δεν υπάρχουν πλέον εσωτερικά κίν

Κάπου εδώ πια, αν προσέξεις, μπορείς να διακρίνεις κάποιο συναίσθημα στο πρόσωπό του. Ίσως μάλιστα να χαμογελάει λίγο. Πράγματι, σταμάτησε να κρατά μηχανικά σημειώσεις και άρχισε να ονειρεύεται. Άλλωστε κάπως έτσι αντιμετώπισε και τον τελευταίο χρόνο στο σχολείο. Τότε ονειρευόταν ένα πανεπιστήμιο… τώρα, καθώς σκέφτεται τα τόσα χρόνια στις αίθουσες διδασκαλίας, δεν μπορεί να καταλάβει τι δουλειά είχε αυτός εκεί. Είναι σίγουρος ότι χρειάζεται μόρφωση και ότι πρέπει να διδαχθεί. Όπως είναι και σίγουρος, ότι αυτός ο τρόπος είναι λάθος. Έχει δει τον εαυτό του σε δραστηριότητες και καταστάσεις πολύ διαφορετικές από τις σχολικές και ξέρει ότι εκεί είναι πολύ πιο δραστήριος, παίρνει πρωτοβουλίες και μπορεί να μαθαίνει ένα σωρό πράγματα πολύ πιο εύκολα όταν τον ενδιαφέρουν και αποφασίζει ο ίδιος ελεύθερα να τα μάθει. Ίσως ολόκληρη η εκπαιδευτική διαδικασία ήταν ένα λάθος…

Κάπου εδώ ξανασκέφτεται τα προβλήματα. Η «ανάγκη» του σχολικού τρόπου εκπαίδευσης, είναι μια αναπόδεικτη πίστη για την κοινωνία που ζει. Για κάθε τι πια χρειάζεται ένα πτυχίο. Αν δε μπορεί να το αποκτήσει θα έχει προβλήματα ίσως σε όλη του τη ζωή. Αλλά, δεν βαριέσαι. Το έχει ήδη αποφασίσει. Αυτή ήταν η τελευταία παράδοση που παρακολουθεί σε αυτή την αίθουσα. Η πανεπιστημιακή του εκπαίδευση θα ξαναρχίσει όταν μπορέσει να βρει σε αυτήν κομμάτια από τα όνειρά του. Όταν τη θέση της διαδικασίας «μόρφωσης» των παιδιών θα πάρει ένας κόσμος μέσα στον οποίο θα τους δίνεται η δυνατότητα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητάς τους και η χαρά της ελεύθερης γνώσης. Όταν τα νέα παιδιά θα διαμορφώνουν τη κοινωνία και όχι ο μηχανισμός της κοινωνίας θα διαμορφώνει τα κατάλληλα για αυτήν παιδιά.

“Και γιατί, ρε φίλε, συνεχίζεις να συμμετέχεις, έστω και χαλαρά, σε αυτή τη διαδικασία;»
«Γιατί πάντα μπορώ να περιμένω κάτι καλύτερο ή γιατί πάντα μπορεί να υποκύψω… Γιατί τα πράγματα δεν έρχονται όπως τα θέλουμε, γαμώτο, αλλά οι άνθρωποι μπορούν να αλλάζουν.»

stsio στο marine.aegean.gr