Το κείμενο αυτό γράφτηκε από τον Στέργιο ως απάντηση-σχόλιο σε άρθρο του τακτικού συνεργάτη της τοπικής εφημερίδας "Εμπρός". Δανιήλ. Στάλθηκε στην εφημερίδα από τη Πέμπτη 11/12 αλλά μέχρι σήμερα δεν δημοσιεύτηκε...

ενάντια σε κάθε εξουσία


Το άρθρο που οδήγησε σε αυτή τη παρέμβαση βρίσκεται εδώ:

http://www.emprosnet.gr/isite/2003/12/6/article%2C2594%2C1%2C0.asp?mu=&cmu=0&thID=

 

 

 

Προς όσους μιλούν μέσα από τον λάκκο
του "δικαιώματος στην εργασία"...

Στο σημείωμα του περασμένου Σαββάτου (6/12/03), ο Δανιήλ έκανε μια προσπάθεια να προσεγγίσει το «φαινόμενο της απασχόλησης των ξένων οικονομικών μεταναστών».

Έτσι, προσπαθώντας να προσεγγίσει το ζήτημα χωρίς «παραμορφωτικούς κοίλους φακούς», να μην αγνοήσει «αυτό που θέλουν οι ίδιοι οι οικονομικοί μετανάστες», κάνει μια περιγραφή της Οδύσσειας που έχουν να αντιμετωπίσουν οι μετανάστες βρισκόμενοι αντιμέτωποι με την πραγματικότητα του ελληνικού καπιταλισμού. Και καταλήγει με την παρατήρηση ότι αφού έχουν εξανεμιστεί «και οι ελάχιστες επαναστατικές διαθέσεις των τελευταίων Ελλήνων προλετάριων», μέσα από τα συντρίμμια της ιστορίας «ένα νέο προλεταριάτο κάνει την εμφάνισή του», προσμένοντας να «αποκτήσει σιγά σιγά πιο καθαρή συνείδηση» και «να κερδίσει έναν κόσμο ολόκληρο».

Δυστυχώς και παρόλη την επίκληση του Καρόλου, το κείμενο δεν καταφέρνει παρά να διαιωνίσει τις αναλύσεις που καταδικάζουν αυτό και κάθε εν δυνάμει προλεταριάτο (και άρα ολόκληρη την κοινωνία μέσω αυτού) στην υποταγή. Μέσα στο κείμενο, αυτό το εν δυνάμει προλεταριάτο φαίνεται ότι προσδοκά «τη δυνατότητα μιας αξιοπρεπούς συνεχούς απασχόλησης». Ή τουλάχιστον έτσι πιστεύει ο Δανιήλ και όλη η «προοδευτική» κοινωνία, που άλλωστε πολύ θα ήθελε να δει τους κολασμένους να πραγματοποιούν μια επανάσταση με λάβαρο το «δικαίωμα στη δουλειά» αντί για το «δικαίωμα στην ευημερία».

Καταφεύγοντας στον Κάρολο, ήδη από τα Χειρόγραφα του 1844 διαβάζουμε ότι «ο αλλότριος χαρακτήρας της εργασίας εμφανίζεται στο γεγονός ότι όταν δεν υπάρχει κανένας φυσικός ή άλλος καταναγκασμός, η εργασία αποφεύγεται σαν τη πανούκλα» ενώ όσον αφορά τις κινήσεις του προλεταριάτου για την απελευθέρωση, διακρίνουμε κάπου στην Γερμανική Ιδεολογία ότι «το ζήτημα δεν είναι να απελευθερώσουμε την εργασία αλλά να την καταργήσουμε». Και η ιστορία από πολύ νωρίς έδειξε ότι αυτό είναι ότι θέλουν να αποφύγουν οι κυρίαρχοι, βρίσκοντας συμμάχους στις τάξεις των «ηγετών» των καταπιεσμένων.

Ιδιαίτερα οι τελευταίοι, χρησιμοποιώντας πάντοτε διφορούμενες έννοιες όπως το «δικαίωμα στη δουλειά», παραπλανούν τους καταπιεσμένους, ξεκινώντας απ’ τις επαναστάσεις του 1848 μέχρι και σήμερα. Ιδιαίτερα σήμερα, που το δικαίωμα στην ευημερία είναι κάτι παραπάνω από εφικτό (το 1997 υπολογιζόταν ότι η απαραίτητη εργασία για να επιτευχθεί σε ολόκληρο τον κόσμο το μέσο επίπεδο ζωής των ΗΠΑ, ήταν 7,15 ώρες την εβδομάδα κατά άτομο, υπολογίζοντας μάλιστα ότι το 24,7% μόνο από το σύνολο του ικανού για εργασία πληθυσμού θα απασχολούνταν σε πραγματικά αναγκαία εργασία) η διαιώνιση της διεκδίκησης από τους καταπιεσμένους του «δικαιώματος στη δουλειά» δεν μπορεί παρά να λειτουργεί υποστηρικτικά του υπάρχοντος. «Δικαίωμα στη δουλειά» σημαίνει «δικαίωμα» στη μισθωτή σκλαβιά, «δικαίωμα» να είσαι εκμεταλλευόμενος από την σημερινή άρχουσα τάξη και – ποιος ξέρει, ίσως - από την αυριανή εξουσία της σημερινής «προοδευτικής» μεσαίας. Αντίθετα, «δικαίωμα στην ευημερία» σημαίνει τη δυνατότητα να ζήσεις σαν άνθρωπος. Σημαίνει την άμεση συλλογική κατοχή του κοινοτικού πλούτου, την κατάργηση της καταναγκαστικής εργασίας, την κατάργηση της οικονομικής εκμετάλλευσης.

Θα κλείσω την σύντομη παρέμβαση με τον σύντροφο του Μάρξ, τον Ένγκελς, μέσα από το Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία: «Δεν υπάρχει τίποτε χειρότερο από το να είσαι εξαναγκασμένος να κάνεις το ίδιο πράγμα κάθε μέρα από το πρωί μέχρι το βράδυ, ενάντια στη θέλησή σου. Και όσο πιο ανθρώπινος αισθάνεται ο εργάτης, τόσο πιο πολύ πρέπει να μισεί την εργασία του, επειδή αισθάνεται την επιβολή της και το άσκοπο περιεχόμενό της».

 

Προσμένοντας τη στιγμή που το εν δυνάμει προλεταριάτο θα αισθανθεί ανθρώπινο και θα πραγματωθεί ως τέτοιο, ένας αναρχοκομμουνιστής, Σ.Τ.