Το κείμενο που ακολουθεί εκδόθηκε, μάλλον, στις αρχές της δεκαετίας του 1980 (το Μαρτη του 1981 ή του 1982) ως ξεχωριστή μπροσούρα και γράφτηκε και κυκλοφόρησε από τις ομάδες που το υπογράφουν παρακάτω. Πρώτη ηλεκτρονική έκδοση: James Sotros |
Ιστορία | |
|
Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ '21 Ντέρτι που
τόχουν τα βουνά, παράπονο κι οι κάμποι Από τους επίσημους ιστορικούς μας και αυτούς της παραδοσιακής και μη αριστεράς ο αγώνας του '21 παρουσιάζεται σαν αγώνας «υπέρ πίστεως και πατρίδος» (Παπαρηγόπουλος) μέχρι και «εθνικοανεξηρτησιακός» αγώνας, που, άντε να είχε και λίγο κοινωνικό χαρακτήρα ή σαν αστική επανάσταση. Η 25η Μαρτίου έχει καταντήσει μια γιορτή, που χρησιμοποιείται από το κράτος σε μια προσπάθεια να οικειοποιηθεί και να εκμεταλευτεί το '21. Εξωραίζει γνωστές φιγούρες της εκμεταλεύτριας τάξης της εποχής, ακριβώς επειδή υπάρχουν τα σημερινά αντίστοιχά τους, κι έτσι έχουμε: το παπά πού υψώνει το λάβαρο, τον αγωνιστή καλαμαρά (Φαναριώτη), την ηρωική πλοιοκτήτρια Μπουμπουλίνα, τους οργανωμένους αγωνιστές έμπορους και γουναράδες Φιλικούς, τους τσιφλικάδες προύχοντες που έκαναν, λέει, Εθνοσυνέλευση για να μεθοδεύσουν τον αγώνα. Κατά παραχώρηση, κοντά σ' αυτά τα ιερά τέρατα αναφέρονται ο Μακρυγιάννης, ο Καραϊσκάκης, ο Διάκος κ.λ.π. Σαν φτωχός συγγενής δε παρουσιάζεται ο λαός. Πέρα απ' αυτά και εξαιτίας όλων αυτών, αν μας έλεγαν ξαφνικά «25 Μαρτίου», το πρώτο πράγμα που θα σκεφτόμασταν θα ήταν οι σημαίες κι οι σημαιούλες, παρελάσεις γυμνασίων και στρατού, τριήμερος αργία μετ' αποδοχών - κάθε άλλο παρά η επανάσταση του '21. « ... άπας ο λαός, και ιερείς και στρατιωτικοί και πολιτικοί και ναυτικοί και έμποροι και λόγιοι και γεωργοί, πάντες ενί λόγω οι κάτοικοι, ώρμησαν ομοθυμαδόν εις τα όπλα, και ηγωνίσθησαν μετά θαυμαστής αφοσιώσεως και καρτερίας τον ιερόν υπέρ πίστεως και πατρίδος αγώνα». (Κ. Παπαρηγόπουλος) Οι γεωργοί του Παπαρηγόπουλου - που καταδέχτηκε να τους τσοντάρει στο τέλος - είναι οι εξαθλιωμένοι κολήγοι, είναι αυτοί που ξεκίνησαν και σήκωσαν όλο το βάρος του αγώνα. Ο υπόλοιπος «άπας λαός» του τα είχε κάνει πλακάκια με τους Τούρκους και έγδερνε μαζί τους τούς γεωργούς - του. Υπήρχαν λοιπόν κοινωνικές τάξεις με συγκρουόμενα και ανταγωνιστικά συμφέροντα, εκμετάλευση - καταπίεση κι όχι άσπρο - μαύρο, βάρβαροι και πολιτισμένοι, μωαμεθανοί και χριστιανοί. τσάμικος και τσιφτετέλι. Ο ΚΛΗΡΟΣ Εγώ τον ζυγόν
δεν τον γνωρίζω δυό ποθώ, και μα τας εικόνας, Ο κλήρος στην τουρκοκρατία είχε μεγάλα προνόμια που τα είχε δώσει ο ίδιος ο Σουλτάνος, για να μπορεί μέσω του κλήρου να κυβερνάει (δηλαδή να ληστεύει), καλύτερα τους ραγιάδες. Είχε διοικητικές και δικαστικές αρμοδιότητες. Το πόσο περιζήτητη ήταν η θέση του πατριάρχη φαίνεται από το ότι ο Σουλτάνος έβγαζε σε πλειστηριασμό τον πατριαρχικό θρόνο, και οι υποψήφιοι πατριάρχες πλήρωναν πολλά λεφτά για να προτιμηθούν. μερικά παραδείγματα 1476 - Ο
Συμεών Τραπεζούντιος έδωσε 1.000 φλουριά πεσκέσι στον σουλτάνο. Ας δούμε τι λέει για τον κλήρο ένας συγγραφέας της εποχής «...η Σύνοδος αγοράζει τον πατριαρχικόν θρόνον από τον οθωμανικόν αντιβασιλέα δια μίαν μεγάλη ποσότητα χρημάτων. Έπειτα τον πωλεί ούτινος δώσει περισσότερον κέρδος και τον αγοραστήν τον ονομάζει Πατριάρχην. Αυτός λοιπόν δια να ξαναλάβει τα όσα εδανείσθη δια την αγοράν του θρόνου, πωλεί τας επαρχίας ήτοι τας αρχιεπισκοπάς, ούτινος δώσει περισσοτέραν ποσότητα και ούτως σχηματίζει τους αρχιεπισκόπους, οι οποίοι πωλώσι εις τους χριστιανούς, δηλαδή γυμνώνουσι τον λαόν δια να εβγάλωσι τα όσα εξόδευσαν». Στη συνέχεια διαβάζουμε ότι οι αφορισμοί ιδιαίτερα στην Πάτρα και στα Γιάννενα ήσαν τόσο συχνοί που ένας ξένος θα νόμιζε ότι ο αφορισμός είναι στο τελετουργι- κό της λειτουργίας. (Στις ηγεμονίες της Μολδοβλαχίας, οι Επίσκοποι σε συνεννόηση με τον φαναριώτη ηγεμόνα επέβαλαν νηστεία επί ένα εξάμηνο για να εισπράτουν τα πρόστιμα από τους παραβάτες. «Σύγγραμα περί των Φαναριωτών Μάρκου, Φίλιππα Ζαλώνη», Παρίσι 1831). Με το παραμικρό λοιπόν και ιδίως για χρηματικά ζητήματα, αφόριζαν τον κόσμο και τον τρομοκρατούσαν για να μη φέρνει αντίρρηση και να πληρώνει. Και
συνεχίζει «Οι Επίσκοποι πέρνουσιν τόσους ληστάς, δια να είπω έντζι, εις
τα χωριά της επισκοπής των και τους δίνουσι τον τίτλον ή του
πρωτοσυγγέλου ή του αρχιμανδρίτου ή άλλου τάγματος, οι οποίοι άλλο δεν
ηξεύρουσι παρά να γράφουν τα ονόματα των χριστιανών με όλην την
ανορθογραφίαν καί να προφέρωσι (να λένε) το "να είσαι κατηραμένος", "να
έχεις την ευχήν, καί "δος μοι". Αυτοί έχουσι ένα κιβωτίδιον γεμάτο από
ανθρώπινα κόκκαλα και κρανία τα οποία ασημώνουσι και έπειτα ονοματίζουν,
άλλα μεν του αγίου Χαραλάμπους, άλλα δε του αγίου Γρηγορίου. Δεν αφήνουν
άγιον χωρίς να έχουν κόκκαλό του». Η οικονομική κατάσταση της Εκκλησίας Τα εκκλησιαστικά χτήματα ήσαν το 1/4 ή σχεδόν το 1/3 της Ελληνικής γης. (Αν φαίνεται απίστευτο, ας σκεφτεί κανείς ότι σήμερα στην Κύπρο η Εκκλησία έχει το 43% της καλλιεργήσιμης γης, δηλαδή, σχεδόν, τη μισή Κύπρο). Από τα 68 χωριά της Χίου η Εκκλησία είχε τα 32 ιδιοκτησία της και συντηρούσε 300 μοναστήρια και 700 εκκλησίες και παρεκκλήσια και πολλά μοναστήρια. Ο κάθε
χριστιανός ήταν υποχρεωμένος να δίνει το 1/3 από τα εισοδήματά του στην
Εκκλησία. Επί πλέον υπήρχε ειδική φορολογία για τον Πατριάρχη, 12 άσπρα
ανά οικογένεια και ένα φλουρί ανά ιερέα, και άλλα τόσα για τον αρχιερέα. Ο Κλήρος σε σχέση με τους Ραγιάδες Οι κληρικοί όχι μόνο ανάγκασαν, σαν φοροειοπράκτορες, τους φτωχούς χωρικούς να ζητάνε βοήθεια από τους Τούρκους αλλά προκαλούσαν την αγανάχτηση ακόμα και των Τούρκων πασάδων για τη συμπεριφορά τους απέναντι στο φτωχό λαό. Ο γιος του Αλή Πασά, ο Βελής, πού ήταν αιμοχαρής, φάνηκε ευσπλαχνικώτερος από τον Θεοσεβέστατον και Παναγιώτατον Δεσπότη της Λάρισας Πολύκαρπο, γιατί κατήγγειλε στον Πατριάρχη τις αρπαγές του Δεσπότη σε βάρος της φτωχολογιάς. Μα το Μεγάλο Πατριαρχείο, όπως φαίνεται στην απάντησή του, δικαίωσε τον Δεσπότη. (Πατριάρχης ήταν ο Κύριλλος). Σώθηκε
εγκύκλιος του Μητροπολίτη Μονεμβασίας Χρύσανθου Παγώνη, στους παπάδες
και τους χριστιανούς της ενορίας του που τους συνιστούσε υποταγή. Ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’ με εγκύκλιο του προς όλους τους Δεσποτάδες και τους Υδραίους συνιστούσε τυφλή υποταγή στο Σουλτάνο. Κυκλοφόρηοε ένα βιβλιαράκι με τον «Πατρική διδασκαλία εις ωφέλειαν των ορθοδόξων χριστιανών». Σ' αυτό τονίζεται αδιάκοπα το παραμύθι πως οι δυστυχισμένοι σ' ετούτη τη ζωή είναι οι τυχεροί γιατί θα είναι οι εκλεκτοί στην άλλη... Ξέρετε γιατί ο θεός γκρέμισε την Βυζαντινή Αυτοκρατορία και έφερε τους τούρκους; Το έκανε για το καλό των χριστιανών! Να τι λέει: «Ίδετε λαμπρότατα τι οικονόμησεν ο Άπειρος εν ελεεί και Πάνσοφος ημών Κύριος, ήγειρεν εκ του μηδενός την ισχυράν αυτήν βασιλείαν των Οθωμανών αντί της των Ρωμαίων (Ελλήνων δεν μπορούσε να πει) και ύψωσεν την βασιλείαν αυτήν των Οθωμανών περισσότερον από κάθε άλλην, δια να πιστοποιήσει εις πάντας τους πιστούς ότι με αυτόν τον τρόπον ευδόκησε να οικονομίσει μέγα μυστήριον, την σωτηρίαν δηλαδή εις τους εκλεκτούς του λαούς». Από κάτι τέτοια πρέπει να βγήκε κι η παροιμία «Σφάξε με Αγά μου ν' αγιάσω». - Τώρα το αν κρεμάστηκε ο Γρηγόριος ο Ε’ είναι άλλη ιστορία. Οι Τούρκοι για να τρομοκρατήσουν τους ραγιάδες και να καταστείλουν την επανάσταση έπρεπε να κρεμάσουν κάποιον και ο Πατριάρχης ήταν το πιο ιδανικό θύμα. Όσο για το λάβαρο του Παλαιών Πατρών Γερμανού είναι ψέμα μαγειρεμένο από την μετά την επανάσταση άρχουσα τάξη. Στην Μονή Αγίας Λαύρας, όχι μόνο δεν υψώθηκε κανένα λάβαρο, αλλά εκεί εκδηλώθηκε η λυσσαλέα προσπάθεια των Επισκόπων και των προεστών να πνίξουν την επανάσταση. Γι' αυτό οι κλέφτες της περιοχής έστειλαν στο μοναστήρι επιτημητικό έγγραφο. Από έγγραφο του Γενικού Αρχείου του Κράτους, πού δημοσίευσε ο Πρωτοψάλτης, προκύπτει ότι το 1851 για πρώτη φορά γίνεται λόγος για λάβαρο, και αυτό μάλιστα δεν ήταν της Αγίας Λαύρας. ΟΙ ΚΟΤΖΑΜΠΑΣΗΔΕΣ Μ' είχε η
Χώρα Προεστό Δέκα στους πλούσιους έριχνα Οι Κοτζαμπάσηδες ή Προεστοί ή Προύχοντες ή Πρόκριτοι ή Γέροντες ή Καλλικάντζαροι - όπως τους έλεγε ο λαός - ήσαν οι μεγαλοχτηματίες που μαζί με τον Ανώτερο Κλήρο αποτελούσαν την ηγετική τάξη στην Ελλάδα κατά την Τουρκοκρατία. Είχαν διοικητικές, δικαστικές και αστυνομικές αρμοδιότητες. Επιπλέον μάζευαν τους φόρους. Έτσι κατάντησαν να είναι δυνάστες του λαού χειρότεροι από τους Τούρκους. Ο
Κοτζαμπάσης είχε το δικαίωμα να δικάζει όλες τις κοινωνικές υποθέσεις
και ν’ αποφασίζει χωρίς να μπορεί να επέμβει καμμιά Τουρκική εξουσία. Η
πιο συνηθισμένη ποινή ήταν ο φάλαγγας. Η οικονομική κατάσταση των Κοτζαμπάσηδων Πριν την επανάσταση υπήρχαν Έλληνες τσιφλικάδες με περιουσίες μεγαλύτερες κι απ' αυτές των Τούρκων, όπως: Οι Δεληγιανναίοι πού είχαν τσιφλίκια στην Ηλεία, Γορτυνία και Ολυμπία. Οι Νοταραίοι στην Πελλήνη. Οι Λονταίοι στην Αγειάλεια. Ο Σύντυχος είχε 40 τσιφλίκια στη Γορτυνία, ο Κοίλος 30 τσιφλίκια στην Ηραία. Ο ιστορικός Οικονόμου μας λέει: «Κατά τα τελευταία προ της Επαναστάσεως έτη εις την Πελοπόννησον, Στερεάν Ελλάδα, Ήπειρον και Θεσσαλίαν η καλλιεργημένη έκτασις η οποία ανήκε εις τους Τούρκους και εις το Τουρκικόν Δημόσιον μόλις έφθανε τα 6.368.720 στρέμματα έναντι 9.521.200 στρέμματα πού ανήκαν ατούς Έλληνες (διάβαζε τσιφλικάδες)». Οι Κοτζαμπάσηδες σε σχέση με τους Ραγιάδες Πολλές φορές η φτωχολογιά ζήταγε την βοήθεια των Τούρκων για να γλυτώσει από τους Κοτζαμπάσηδες. Το 1816 οι
κάτοικοι της Άνδρου ζητάνε την βοήθεια του Γιουσούφ Εφέντη: Οι κάτοικοι
της Σκύρου ζητάνε την βοήθεια του Καπουδάν Πασά: Σε πολλές περιπτώσεις οι ραγιάδες είχαν ξεσηκωθεί και πήραν τις περιουσίες των κοτζαμπάσηδων. Οι καλικάντζαροι ζητούσαν την βοήθεια του Σουλτάνου. Στη Σάμο μάλιστα οι αγρότες αγρίεψαν και έδιωξαν εντελώς τούρκους και κοτζαμπάσηδες από το νησί από το 1809 μέχρι το 1813. Την εποχή εκείνη μετά το 1806, υπήρχαν δύο κόμματα (ταράφια) που συμμετείχαν και τούρκοι και κοτζαμπάσηδες - γιατί βέβαια τα συμφέροντά τους ήσαν ίδια. Υπόγραψαν μάλιστα επίσημο συμφωνητικό να αλληλοϋποστηρίζονται όταν ξεσηκώνεται ο λαός. (το συμφωνητικό υπάρχει στο αρχείο του Λόντου. τόμ. Α,91). Όταν η επανάσταση ήταν στην αρχή της οι κοτζαμπάσηδες και οι επίσκοποι την χτύπησαν με κάθε μέσο. Βοήθησαν τους Τούρκους στον μεγάλο διωγμό των κλεφτών που έγινε εκείνα τα χρόνια και συνεργάστηκαν στην εξόντωση των Πετμεζαίων. Κουμανιωταίων, Κολοκοτρωναίων και των Πλαπουταίων. «Μετά την
εξόντωση των κλεφτών, έμειναν απόλυτοι κυρίαρχοι οι προύχοντες. Στον
Μωριά οι Προεστοί και οι μοναχοί του Μεγάλου Σπηλαίου, της Αγίας Τριάδος
και Μονής Ταξίαρχων, έσπευσαν να δηλώσουν υποταγή εις τους Τούρκους». Εμείς καλά
καθόμαστεν εδώ στον ξένο τόπο «Το έθνος
πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθινό». ΟΙ ΦΑΝΑΡΙΩΤΕΣ «Ευγενείς
Βοϊάριδες (ηγεμόνες) Οι Φαναριώτες ξεκίνησαν σαν διερμηνείς της Υψηλής Πύλης για να φτάσουν το 1731 στο αξίωμα του διοικητή των επαρχιών Βλαχίας και Μολδαβίας. Όταν αναλάμβανε ο Φαναριώτης ηγεμόνας τα καθήκοντά του, οι ντόπιοι προύχοντες έσπευδαν να του κάνουν πανάκριβα πολυτελή δώρα, για τα δώρα του ηγεμόνα κρατούσαν ειδικές καταθέσεις στις; τράπεζες της Πόλης. Ο Φαναριώτης ηγεμόνας έπρεπε κι αυτός με τη σειρά του να δώσει πανάκριβα δώρα στο Σουλτάνο. Ο Σουλτάνος για να παίρνει πιο πολλά δώρα άλλαζε ταχτικά τους ηγεμόνες και από την άλλη μεριά, ο Φαναριώτης επειδή φοβόταν ότι θα τον διώξουν σύντομα, έγδυνε τους κατοίκους για να μαζέψει όσο μπορούσε μεγαλύτερη περιουσία. (Μόνο το ταξίδι του ηγεμόνα από την Πόλη στην Μολδοβλαχία κόστιζε κάπου ένα εκατομμύριο χρυσά φράγκα, δηλαδή πάνω από ένα δισεκατομμύριο σημερινές δραχμές). Όλες αυτές οι αβροφροσύνες των δώρων κατέληγαν φυσικά στη ληστεία του λαού πού πλήρωνε τα σπασμένα. Ο Φαναριώτης ηγεμόνας τσέπωνε, εκτός από το χαράτσι πού ήταν κεφαλικός φόρος, και το 1/10 από το εισόδημα των προβάτων και των μελισιών, όλες τις εισπράξεις από το αλάτι και από τα τελωνεία και επίσης κληρονομούσε τους αρχιμανδρίτες πού άφηναν τεράστιες περιουσίες. Επειδή οι Φαναριώτες εμάζευαν αμέτρητο πλούτη, για να μην φαίνονται στον κόσμο έκαναν αγορές με άλλα ονόματα ή έκαναν καταθέσεις σε διάφορες τράπεζες στην Ευρώπη. Κατά τα άλλα «Οι Φαναριώτες μεταλαμπαδεύουν τον ελληνικόν πολιτισμόν εις τας ηγεμονίας της Βαλκανικής». (Ιστορία Γ’ Λυκείου, σελ. 83) Ι
Γύρω στα 1800 υπήρχαν στην Τουρκοκρατούμενη Ελλάδα πολλές βιοτεχνίες. Στην βιοτεχνία απασχολούνται 40 ώς 50 χιλιάδες άτομα. Τα κεφάλαια πού διακινούνται είναι πενήντα εκατομμύρια χρυσά φράγκα (το καθαρό εθνικό εισόδημα ήταν τότε 200 εκατομμύρια χρυσά φράγκα), με ετήσιο κέρδος 12 ως 30%. Στη θάλασσα υπήρχαν 300 καράβια άνω των 100 τόνων με επενδυμένα κεφάλαια 50 εκατομμύρια χρυσά φράγκα. (Οι Κουντουριωταίοι, από τους μεγαλύτερους καραβοκυραίους, είχαν μετρητά μόνο 10 εκατομμύρια χρυσές δραχμές που αντιστοιχούν περίπου σε 30 δισεκατομμύρια σημερινές δραχμές). Η εμπορική
δραστηριότητα των καραβοκυραίων εμπόρων και εμπόρων της ξηράς, φτάνει
και έξω από τα σύνορα της Ελλάδας και φτιάχνονται παροικίες στο
εξωτερικό όπως στην Τεργέστη, Γερμανία, Παραδουνάβιες χώρες, Μικρασία,
Σμύρνη, Οδυσσό. ΚΟΛΛΗΓΟΙ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΑΓΡΟΤΕΣ Ήλιε μ'
και τι πολύ άργησες Οι φτωχοί αγρότες ή ήσαν μικροϊδιοκτήτες ή κολλήγοι στους Τούρκους και Έλληνες τσιφλικάδες. Οι μικροϊδιοκτήτες ήσαν μεν λίγοι στα ορεινά άγονα μέρη. Οι περισσότεροι αγρότες δούλευαν κολλήγοι. Τα τσιφλίκια δουλευόντουσαν μ ι σ ά ρ ι κ α, δηλαδή ο κολλήγος έδινε τη μισή σοδειά στον τσιφλικά και τ ρ ι τ ά ρ ι κ α, δηλ. ο κολλήγος έδινε το ένα τρίτο στον τσιφλικά. Εκτός από τον σπόρο που τον έβαζε ο τσιφλικάς, όλα τα άλλα έξοδα ήσαν μισά-μισά. Τα σπίτια που έμεναν οι κολλήγοι (αχυρένιες καλύβες) ήσαν του τσιφλικά. Οι κολλήγοι αγοράζονταν και πουλιόντουσαν μαζί με τη γη. Ο περιηγητής Μπουκεβίλ λέει ότι χρησιμοποιούσαν κολλήγους για να σέρνουν το αλέτρι γιατί κόστιζαν φθηνότερα από ένα γαϊδούρι. Όσο μεγάλωνε η καταπίεση από τους Τουρκικούς διωγμούς και η άγρια εκμετάλευση των τσιφλικάδων οι αγρότες φεύγαν για τα πιο ορεινά μέρη. Έτσι γύρω στα 1800, στα πεδινά της Πελοποννήσου κατοικούν 215.000 άτομα ενώ στα ορεινά 290.000. Τη φετεινή
την άνοιξη, τούτο το καλοκαίρι, Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ Όπως είδαμε οι Βιοτέχνες, οι Έμποροι και οι Καραβοκυραίοι (οι ισχυροί του χρήματος) και οι φτωχοί αγρότες είναι οι τάξεις που είχαν διαφορετικούς λόγους η κάθε μία να επαναστατήσουν. Οι ισχυροί του χρήματος γιατί θέλαν δικό τους κράτος για να μπορούν να κάνουν ελεύθερα τις δοσοληψίες τους (οι νόμοι του Σουλτάνου ήταν απαρχαιωμένοι και εξυπηρετούσαν άλλες παραγωγικές σχέσεις) και γιατί είχαν συναίσθηση της δύναμής τους, είχαν χρήμα και καράβια να τα οπλίσουν με κανόνια. Οι Κοτζαμπάσηδες. οι Φαναριώτες και ο Κλήρος δεν είχαν καθόλου λόγους να επαναστατήσουν, ίσα-ίσα χτύπησαν με λύσσα την Επανάσταση. Όσο για τους φτωχούς αγρότες ήταν ζήτημα ζωής και ψωμιού και το μόνο όπλο ήταν το δίκιο τους. Αυτοί λοιπόν που βγήκαν πρώτοι στο κλαρί ήσαν τα πιο καταπιεσμένα και κατατρεγμένα στρώματα πολύ πριν το 1800. Όλα αυτά τα χρόνια και μέχρι το '21 τα βουνά μας είχαν γεμίσει κλεφτουριά σαν αντίδραση στον Τούρκο ή τον Έλληνα μεγαλοτσιφλικά. Έχουμε μαρτυρία από τον Μακρυγιάννη ότι με τους Έλληνες κλέφτες πολεμούσαν κι αρκετοί φτωχοί Τούρκοι και φυσικά το φαινόμενο θα ήταν γενικώτερο. Οι Τούρκοι αυτοί πολεμούσαν για εθνική ανεξαρτησία. Επίσημα από τους «σιδερωμένους» ιστορικούς μας φαίνεται ότι η Επανάσταση άρχισε ως δια μαγείας την 25η Μαρτίου, λες κι ο κόσμος παρέμενε αδρανής και περίμενε το λάβαρο του Παλαιών Πατρών Γερμανού ή την εντολή της Φιλικής. Συγγνώμη για το μάθημα: Μια κοινωνική επανάσταση δεν ξεσπά από την μια στιγμή στην άλλη με μια διαταγή κάποιου «φορέα» και δεν είναι μια ημερομηνία. Χρειάζονται βέβαια προεπαναστατικές συνθήκες πού ωριμάζουν σε μια πορεία χρόνου με μικροεξεγέρσεις. Δεν ελέγχεται κεντρικά γιατί αλλοιώς δεν είναι τέτοια και βάζει άμεσα το «στρατηγικό» στόχο. Το τσαρούχι δεν ήξερε από λαϊκοδημοκρατίες, εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες και μετά βλέπουμε, όπως θέλουν να λένε οι κομματικοί εγκέφαλοι, γιατί έτσι μόνο μπορούν να έχουν τον έλεγχο κάθε στιγμή (βλέπε εξουσιάζουν) του λαϊκού κινήματος. Δέστε
παρακάτω πώς παίζουν στα δάχτυλα τους ταχτικούς και στρατηγικούς στόχους
οι κολλήγοι της Άνδρου: Εγώ ραγιάς
δε γένομαι. «...Εκείνοι
οι αυτόματοι και ουτιδανοί άρχοντες, οι φιλάργυροι και αμαθείς
αρχιεπίσκοποι... Εκείνοι οι αυθάδεις και όντως βάρβαροι προεστοί... Τι
λέγουσι, λοιπόν, αυτοί οι βρωμεροί και χυδαιότατοι άνθρωποι; Πώς είναι
δυνατόν να νικηθή ένα τόσο μεγάλον βασίλειον; Ημείς δεν ημπορούμεν να
κυβερνηθώμεν μόνοι μας. Πού να εύρωμεν έναν άλλον βασιλέα τόσο
εύσπλαγχνον και τόσον καλόν;... μάλιστα εκείνοι οι βρωμοάρχοντες της
Κων/λεως, όπου όσον τύφον και αλαζονείαν έχουσι, άλλην τόσην αμάθειαν
... Τι λοιπόν μπορώ να τους ειπώ δια να τους καταπείσω; Να τους κράξω,
ίσως, άτιμους; Αλλ" αυτοί το έχουν δια προτέρημα». Το πρόβλημα για το χαρακτήρα της επανάστασης δεν είναι θεωρητικό, δεν είναι δηλ. πρόβλημα γραφείου του στυλ μπορούμε σο' εκείνη τη φάση να μιλάμε για κοινωνική αλλαγή στην Ελλάδα ενώ υπάρχει ο Τούρκος κατακτητής... Αυτό για έναν «κομματικής» ιδεολογίας δεν συζητιέται γιατί όταν σκέφτεται το κομπιουτεράκι πούχει στο κεφάλι του βγάζει αυτόματα υπόδουλη χώρα, άρα εθνικοανεξαρτησιακός αγώνας, μετά εγκαθίδρυση της αστικής δημοκρατίας, στη συνέχεια δημοκρατικές κατακτήσεις, διεύρυνση των κατακτήσεων, στη συνέχεια αγώνας για λαϊκή δημοκρατία και πάει λέγοντας. Τι να κάνουμε όμως που οι κολλήγοι δεν είχαν την υπομονή να περιμένουν να ολοκληρωθεί ο «πρώτος τακτικός στόχος» και οι αθεόφοβοι ζητούσαν κοινοχτημοσύνες και κομμούνες. Δεν περίμεναν τουλάχιστον να ενηλικιωθεί ο Μαρξ να μας τα πει πρώτα να μη μπερδευόμαστε; Οι κομμουνιστικές ιδέες λοιπόν φτιάξαν τον Μαρξ κι όχι ο Μαρξ τον κομμουνισμό. Οι κομμουνιστικές ιδέες είναι τόσο παλιές όσο παλιές είναι η εκμετάλλευση και η καταπίεση. Ο άσχετος; από πολιτικές αναλύσεις λαός ήξερε πολύ καλά τι έκανε όταν βιάστηκε να λυντσάρει τρεις φορές τους προύχοντες που έκαναν Εθνοσυνέλευση - μετάφρασε πώς να πνίξουν την επανάσταση. Κι ήταν ο Κολοκοτρώνης πού τους έσωσε: «Έλληνες να συχάσετε. Να σκοτώσετε τους Άρχοντας θέλετε πάλι; Μη φοβάστε, κλεισμένους τους έχουμε στον Πύργο σαν πουλιά, μα δεν έχουν φτερά για να πετάξουν… Εδώ τους έχουμε. Έχετε λοιπόν υπομονή». Τα δημοτικά τραγούδια γίνονται ταυτόχρονα με τα γεγονότα στα οποία αναφέρονται και κατά συνέπεια τα καθρεφτίζουν. Σε όσα δημοτικά έχουν γραφτεί σ' αυτό το κείμενο και σε πολλά άλλα χαρακτηριστικά βλέπουμε ότι Τούρκοι και κοτζαμπάσηδες μπαίνουν σ' ένα τσουβάλι, ότι μιλάνε για τουρκόφιλους κοτζαμπάσηδες, ότι ο κλήρος και οι Φαναριώτες αναφέρονται μόνο για να σατυριστούν. Κανένα δημοτικό δεν μιλάει για κάνα λάβαρο. Ξέρουμε πως δεν υπάρχει η δυνατότητα σ' αυτό το κείμενο να ειπωθούν όλα όσα θάπρεπε για να πείσουν για τον κοινωνικό χαρακτήρα της επανάστασης. Δεν μπαίνει βέβαια θέμα συζήτησης για τον εθνικό χαρακτήρα της επανάστασης πού είναι δοσμένος αa priori. Θ’ αναφέρουμε παρακάτω μερικά ντοκουμέντα που τουλάχιστον θα πρέπει να μας κάνουν καχύποπτους απέναντι σ' αυτούς τους υπερτονίζοντας τα εθνικά χαρακτηριστικά κουκουλώνουν τον κύριο χαρακτήρα της επανάστασης του '21, τον κοινωνικό.
«...πλανάται οικτρώς εκείνος πού νομίζει ότι ο πόλεμος αυτός των Ελλήνων
είναι εθνικός. Τέτοιο πράγμα δεν συμβαίνει. Οι ανώτερες τάξεις δεν
έλαβαν καθόλου μέρος μέχρι τώρα… Οι πιο ευκατάστατοι κι οι πιο πλούσιοι
Έλληνες δεν υπεστήριξαν τον πόλεμον αυτόν ούτε άμεσα ούτε έμμεσα...
Εκτός απ' αυτήν την αναξιοπρεπή αποχή από τον αγώνα υπάρχει ακόμα και το
μεγάλο μειονέκτημα ότι ο' αυτά τα ασύνταχτα πλήθη λείπουν εντελώς τα
χρηματικά μέσα... Τίποτα δεν είχαν προετοιμάσει, τίποτα δεν είχαν
προνοήσει...».
«Βεβαιότατα, κανένα πράγμα δεν ημπορούσε να ήτον τόσον αρμόδιον εις το
ιντερέσον μου, παρά ένας ιερός πόλεμος με την Τουρκίαν, όμως εστοχάσθηκα
ότι είδα εις τα ανακατώματα της Πελοποννήσου την μάρκαν της αναρχίας.
Από εκείνην την στιγμήν ετράβηξα χέρι». Και συνεχίζει η εφημερίδα: «Ποιο είναι αυτή η μάρκα της αναρχίας; (...) Είναι δυνατόν και καρβονάροι (σοσιαλίζουσα οργάνωση) να εζήτησαν να σχηματίσουν την υπόθεσίν μας Καρβονάρικην, και άλλοι άλλων ιδεών άνθρωποι να επάσχησαν να βάλουν εις έργον τες υποχονδρίες των;» «Δεν
συμφέρει η εγκαθίδρυσις εις τα ανατολικά της Ευρώπης μιας λαϊκής
κυβερνήσεως». Ο Μητροπολίτης Ιγνάτιος, μυστικοσύμβουλος του Αλή Πασά και βενζεβούλ της εποχής του γράφει στον Παλαιών Πατρών Γερμανό ότι πρέπει να ιδρυθή κράτος για να κερδηθεί η εμπιστοσύνη των μεγάλων δυνάμεων οι οποίες «διαβάλλουν το σύστημά μας ως Καρβονάρικον»". «Ευθύς εξ
αρχής, από δυναστικής ή πολιτικής (η Επανάσταση), έγινε κοινωνική». «Εις τας
ταραχάς της Πελοποννήσου διαφαίνεται το εναντίον της κοινωνικής τάξεως
ανατρεπτικόν στοιχείον». Ο πιο επικίνδυνος εχθρός του λαού είναι αυτός που μιλάει τη γλώσσα του Τύφλα νάχουν οι Παπαρηγόπουλοι και οι εθνικοπαράφρονες αστοί πλαστογράφοι του ‘21 μπροστά στον Ριζοσπάστη. Διαβάζουμε στον (παλιώτερο 25ομαρτιάτικο) «Ο Ελληνικός λαός... τιμά τους οργανωτές της Επανάστασης, τους Φιλικούς» (σελ. 1) και παρακάτω «στεναχωριέται» που, «εξαιτίας της επικράτησης των κοτζαμπάσηδων και των τότε αφεντάδων του χρήματος, όλη η κατοπινή πορεία του αστικού εκσυγχρονισμού της Ελλάδας στάθηκε στρεβλή και οδυνηρή για τον Ελληνικό λαό. Χρειάστηκαν κόποι για να αποσπά τις δημοκρατικές του ελευθερίες»". Για τον Ριζοσπάστη, πέρα από την επικράτηση των κοτζαμπάσηδων που σημαίνει. λέει. οδυνηρό αστικό εκσυγχρονισμό, οι Φιλικοί ξεχωρίζονται από τους «αφεντάδες του χρήματος». Ξέρουν οι ιστορικάτζες του Ριζοσπάστη ότι: Οι κολλήγοι στα 1910 δούλευαν - στο εκσυγχρονισμένο τους καθεστώς - με όρους χειρότερους απ' αυτούς του καθεστώτος του Σουλτάνου (Σοφοκλή Τριανταφυλλίδη «Οι κολλήγοι της Θεσσαλίας»). Η Φιλική Εταιρεία έγινε από εμπόρους και «"αφεντάδες του χρήματος»", ότι (ένεκα πολλοί μασόνοι) είχε οργανωθεί με πρότυπο τη «Στοά», ότι οργάνωσε κοτζαμπάσηδες, παπαδαριό και μόνο στους Φαναριώτες έκανε εξαίρεση γιατί δεν τους εμπιστευόταν (Φίνλεϋ, τ. 1, 165). Ότι ήταν μ' άλλα λόγια οι εκφραστές των συμφερόντων της ανερχόμενης αστικής τάξης (έμποροι, καραβοκυραίοι. βιοτέχνες). Ότι η Φιλική στο φούντωμα της Επανάστασης, εν πλήρει ‘21, διαλύθηκε - ακριβώς γιατί δεν μπόρεσε να την κάνει αστική όπως την ήθελε. Ότι τα στελέχη της αστικής τάξης βάλθηκαν μετά να πάρουν την αρχηγία του αγώνα βάζοντας σπιουνιές μεταξύ των οπλαρχηγών και προσπαθώντας να πείσουν τον λαό ότι οι κοτζαμπάσηδες έχουν πείρο ατά πολιτικά ενώ οι καπεταναίοι είναι αγράμματοι. Πού οργάνωσε - έστω - η Φιλική τον αγώνα; Ας ξεφυλλήσουν οποιαδήποτε ιστορία να δουν ότι δεν αναφέρεται τίποτα από το ‘22 και μετά για Φιλική Εταιρεία. Οι
μικροαστοί - κι αυτοί είναι λαός, Εδώ λοιπόν θέλει βάθαιμα το πράγμα. Το ΚΚΕ. επειδή δεν μπορεί να διανοηθεί τίποτα που να μην είναι σχεδιασμένο με τον διαβήτη από τα πριν, βγάζει λάδι την Φιλική και από την άλλη στην Φιλική έχει βρει το αντίστοιχό του για εκείνα τα χρόνια, όπως οι αστοί βρήκαν τον Μαυροκορδάτο και «εθνοσυνέλευση» των τουρκοκοτζαμπάσηδων. Έχει και συνέχεια: Προκειμένου να λιβανίσουν την Ρωσία μπερδεύουν τον Τσάρο με... τον Μπρέζνιεφ (Ρώσικο νάναι κι ό,τι νάναι). Έτσι διαβάζουμε: «Ακόμα τούτη η άνοιξη / τούτο το καλοκαίρι / ώσπου ναρθεί ο Μόσκοβος / να φέρει το σεφέρι ... Το τραγούδι τούτο από τα βάθη των χρόνων έρχεται να μας θυμίσει πάντα την πατροπαράδοτη φιλία των δυο λαών - του ρώσικου και του ελληνικού»... αλλά πολλές είναι οι ρίζες και οι διασυνδέσεις. Ακολουθεί επιστολή στον Τσάρο και στην Αυτοκράτειρα από τους οπλαρχηγούς που «προσπαθεί να θίξει τις ευαίσθητες χορδές της αυτοκράτειρας». Διό και
ημείς συν αυτώ Απ' την άλλη μεριά, δυνάμεις και ομάδες της λεγόμενης άκρας αριστεράς χαρακτηρίζουν την επανάσταση του ‘21 σαν αστική. Κι έχουν δίκιο. Αλλά δεν θέλουν να δουν ότι υπήρχαν δύο ‘21, ένα των κολλήγων που ξεκίνησε πολύ πριν από το λάβαρο του παπά, και το δεύτερο των καλαμαράδων, των κοτζαμπάσηδων και της Μπουμπουλίνας. Η επανάσταση του ‘21 ξεκίνησε σαν κοινωνική και λόγω των συνθηκών είχε και εθνικό χαρακτήρα. Μόλις η κλεφτουριά έδιωχνε τον Τούρκο από μια περιοχή, η πρώτη δουλειά ήταν να ξεμπερδεύουν με τους κοτζαμπάσηδες. Αυτό το ‘21 απέτυχε. Η αριστερά μας αρχίζει να μιλάει για επανάσταση του ‘21 από τη φάση που η αντεπανάσταση είχε κυριαρχήσει, ο εμφύλιος είχε λήξει δηλ. με την ήττα του λαού. Δεν θέλουμε να μιλήσουμε για πολιτικά λάθη γιατί δεν υπάρχουν τέτοια. Απλά, οι συγκεκριμένες δυνάμεις της Αριστεράς λειτουργούν σαν κέντρα εξουσίας που, για να χωρέσουν την πολυπλοκότητα μιας εξέγερσης στα στενά κομματικο-ιδεολογικά τους πλαίσια κάνουν χιλιάδες αφαιρέσεις ώστε να καταλήξουν σε αφορισμούς εναρμονισμένους με τους εαυτούς τους, όπως αστική επανάσταση. ορισμένα
αντεθνικά στοιχεία ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΠΑΡΕΛΑΣΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΘΥΓΙΕΙΝΕΣ Ανεβασμένη στην εξέδρα, για να κρύψει με ιό ύψος την ασημαντότητά της, η επίσημη μούχλα (Νομάρχες. Δήμαρχοι, στρατηγοί, παπάδες) καταδέχεται να χαιρετήσει πότε πότε βαρυεστημένα αυτούς πού περνούν μπροστά της υποχρεωμένοι από τους μπράβους της (δασκάλους κι επιλοχίες) ν’ απονείμουν τιμές στρίβοντας το κεφάλι. Ο κόσμος στριμωγμένος στην άκρη, πίσω από τα κορδόνια των χωροφυλάκων, περιορισμένος στο ρόλο του θεατή, χωρίς πρωτοβουλία, να βλέπει ένα θέαμα οργανωμένο από τους οργανωτές της καθημερινής καταπίεσης. Να βλέπει τα παιδί του, τους έφηβους των 13 και τα παιδιά των 6 χρονών υποχρεωμένα να περπατούν στη γραμμή, σα μηχανές χωρίς σκέψη ή αισθήματα, στο φριχτό ρυθμό των ταμπούρλων, με το σώμα τους κλεμένο από την εξουσία, ηθοποιοί σ' ένα ρόλο σκηνοθετημένο από κακόγουστο σκηνοθέτη. Να βλέπει να παρελαύνουν κορδωμένα αδιάντροπα τα σώματα ασφάλειας, αυτοί που τον έσφαξαν το ‘45 και το ‘73 και θα τα ξανακάνουν το ‘83 ή το ‘90 και που εν τω μεταξύ χτυπούν σε κάθε του ενέργεια: συγκέντρωση, πορεία, απεργία, αγροτικό συλλαλητήριο. Ν' ακούει το μεγάφωνο να ξερνάει ηλιθιότητες για μας τους Έλληνες, το πιο γενναίο λαό του κόσμου, ενώ ένα άλλο μεγάφωνο στη Τουρκία λέει για τους Τούρκους το πιο γενναίο λαό του κόσμου, κι άλλα μεγάφωνα στην Αγγλία, Βουλγαρία, Αίγυπτο. Ταϋλάνδη, λένε για τους γενναίους Άγγλους. Βούλγαρους, Αιγύπτιος. Ταϋλανδούς. έτσι που κάποτε όλοι εμείς οι γενναίοι να βγάλουμε τα μάτια μας με γενναιότητα. Με σημαιοστολισμένο υποχρεωτικά τα σπίτι και το μαγαζί του με την ίδια σημαία πού κυματίζει πάνω από φυλακές και στρατόπεδα κι αστυνομικά τμήματα, έτσι που κάθε σπίτι να γίνεται λίγο φυλακή και στρατόπεδο κι αστυνομικό τμήμα. Για περάστε λοιπόν. Τα κράτος προσφέρει στους υπηκόους του θέαμα για να εκτονωθούν με ταρατατζούμ και ζήτω, να ξεχάσουν την άχαρη δουλειά και τις τιμές πού ανεβαίνουν και να ξαναπάνε αύριο ανανεωμένοι να δουλέψουν για τ' αφεντικά τους. Και καλού-κακού τους δείχνει τα πολυβόλα και τα τανκς για να ξέρουν τι έχουν να αντιμετωπίσουν αν διαμαρτυρηθούν. Η παγίδα έχει στηθεί: Πάμε στη παρέλαση να καμαρώσουμε το φίλο, τη φίλη, το γιο, τη κόρη. Ο φίλος κι η φίλη από τη μεριά του αρχίζει να καμαρώνει λίγο κι αυτός, πέφτωντας έτσι στα λούκι. Και πέφτει άκουα πιο πολύ όταν φροντίζει να περάσει με άψογο βήμα μπροστά από τους επίσημους δίνοντας έτσι άξια σ’ αυτούς πού δεν έχουν. Ή παγίδα έχει στηθεί: Είμαστε όλοι Έλληνες, έθνος ηρωικό κι αγαπημένο, όλοι μαζί, αφεντικά κι εργάτες, αξιωματικοί και φαντάροι, χωροφύλακες και πολίτες, υπουργοί και ψηφοφόροι, πολεμήσαμε τους κακούς Τούρκους το ‘21 και θα το ξανακάνουμε αν χρειαστεί. Να όμως που κάπου κολάει το κόλπο. Μερικοί γιουχάρουν όταν περνάει η αστυνομία, κάθε χρόνο και πιο πολλοί μαθητές το σκάνε από τη παράταξη, κάθε χρόνο και λιγότεροι έρχονται να δουν αυτό το σωβινιστικό τσίρκο. Γιατί το παραμύθι έχει παλιώσει πια. Το ‘73-‘75, χρονιά απεργών, διαδηλώσεων, συγκρούσεων, διεκδικήσεων, η εξουσία τρομαγμένη έβγαλε από τη ναφθαλίνη το τούρκικο κίνδυνο, μας έδειξε το μπαμπούλα, μας κάλεσε σε εθνική ενότητα και κατάφερε να ξεπεράσει τη κρίση. Το ίδιο έκανε και το ‘65. Το ίδιο θα κάμει και στο μέλλον. Προς το παρόν συντηρεί με παρελάσεις το μικρόβιο του εθνικισμού. Αυτοί πού σε μια νέα και δυνατότερη επίθεση ενάντια στό κράτος έχουν να χάσουν τα πάντα και τίποτα να κερδίσουν, ξέρουν, (μια που παίζεται το τομάρι τους), ότι αργά ή γρήγορα αυτή η επίθεση θα γίνει, από αυτούς που δεν έχουν τίποτα να χύσουν, ενώ έχουν να κερδίσουν τα πάντα. Ξέρουν πως αύριο ο κόσμος που σήμερα παρακολουθεί το θέαμα από τα πεζοδρόμια, θα ξεχυθεί στο δρόμο ζητώντας αυτό που του ανήκει. Τότε ακριβώς (τι σύμπτωση) κάτι θ' αρχίσουν να γράφουν οι φυλλάδες τους για –«τούρκικες προκλήσεις» κάτι θ' αρχίσει να παραμιλάει το χαζοκούτι τους, για «παραβιάσεις του εναερίου χώρου», για «τεταμένες εξωτερικές σχίσεις», για «ανάγκη εθνικής ενότητας εν όψει του εθνικού κίνδυνου». Τι σημαίνει όμως έθνος: Μήπως είναι μια έννοια που έχει άκοπα να κρύψει τις πραγματικές ταξικές διαφορές και να δημιουργήσει ψεύτικες διαφορές ανάμεσα στους λαούς; Τι κοινό έχουμε μ' αυτούς πού ζουν σε βάρος μας; Και τι έχουμε να χωρίσουμε με τους Τούρκους εργαζομένους που αυτή τη στιγμή φυλακίζουν κι εξοντώνουν οι δολοφόνοι της Τουρκικής στρατιωτικής χούντας με την ευγενική ανοχή όλων των κυβερνήσεων του κόσμου; Οι επαναστάτες του ‘21 ξεσηκώθηκαν εναντία στο Σουλτάνο, τον αγά, το γενίτσαρο, το χαράτσι. Έχουμε και σήμερα από τα ίδια: Σήμερα σουλτάνος είναι το κράτος., αγάς το αφεντικό, γενίτσαρος τα Μ.Α.Τ., χαράτσι οι φόροι. Και μουτήδες όσοι λένε «τίποτα δεν αλλάζει» - «δεν μπορείς να τα βάλεις μ’ αυτούς» - «γλύψε για να προκόψεις». Μετά το ‘21, οι φτωχοί αγρότες πού νίκησαν το σουλτάνο βρέθηκαν με νέο εκμεταλλευτή στη πλάτη τους. Τους τσιφλικάδες, τους αστούς, τη βασιλική αυλή. Και τα νέα αφεντικά για να στερεώσουν τη θέση τους φρόντισαν πρώτα απ' όλα να φτιάξουν δικό τους στρατό από μισθοφόρους κι αστυνομία για να εξοντώσουν αυτούς πού τους ανέβασαν στην εξουσία. Γνήσια εγγόνια αυτών των αφεντικών είναι και τα σημερινά. Αυτοί που μας λένε παχειά λόγια για την υπεράσπιση της πατρίδας, ενώ οι ίδιοι κάνουν χοντρές κομπίνες με τις πολυεθνικές, έχουν σε ελβετικές τράπεζες τα κλεμένα τους, έχουν ξένες σημαίες στους σκυλοπνίχτες τους. Όμως ο εχθρός δε βρίσκεται έξω από τα σύνορα. Είναι εδώ, στα υπουργεία, στα στρατιωτικά επιτελεία, στις διευθύνσεις των εργοστασίων, των τραπεζών, των εφημερίδων, σε κάθε διεύθυνση. Αυτά τα τανκς που παρελαύνουν δεν είναι δικά μας. Είναι δικά τους. Δεν είναι για να χτυπήσουν τους ξένους. Είναι για να χτυπήσουν εμάς. Αυτή η πατρίδα δεν είναι δικιά μας. Αυτοί ανακηρύξανε πατρίδα την ιδιοχτησία τους, μας μάντρωσαν στα σύνορα σα ζώα σε κλουβιά. Αυτά τα σύνορα δεν μας αφορούν. Αυτή η παρέλαση δεν μας αφορά. ΟΜΑΔΑ ΑΝΤΕΘΝΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ |
|