από το περιοδικό
«Ο Τυφλοπόντικας»
των Ανεξέλεκτων Προλεταριακών Στοιχείων, τεύχος 1. Μάρτης 2002

Ιστορία


Δέκα μέρες που συγκλόνισαν το Ιράκ

Εσωτερική πληροφόρηση από μία εξέγερση

Ο πόλεμος του Κόλπου δεν τελείωσε με την στρατιωτική νίκη της Αμερικής και των Συμμάχων. Τελείωσε με την μαζική λιποταξία χιλιάδων στρατολογημένων ιρακινών φαντάρων. Η άρνηση που έδειξε αυτός ο στρατός να αγωνιστεί υπέρ του ιρακινού κράτους ήταν τόσο μεγάλη ώστε, παρ’ όλες τις προβλέψεις, δεν σκοτώθηκε ούτε ένας στρατιώτης των Συμμάχων από εχθρικά πυρά στο τελικό έδαφος όπου έγινε η επίθεση για την ανάκτηση του Κουβέιτ. Όντως, η εκτενής κλίμακα αυτής της λιποταξίας είναι ίσως άνευ προηγουμένου στην σύγχρονη στρατιωτική ιστορία.

Αλλά αυτά τα στρατεύματα που λιποτάκτησαν δε γύρισαν απλά στο Ιράκ. Στην επιστροφή τους πολλοί από αυτούς έστρεψαν τα όπλα τους ενάντια στο ιρακινό κράτος, υποδαυλίζοντας μία ταυτόχρονη εξέγερση στο Νότιο Ιράκ και στο Κουρδιστάν προς το Βορρά Μόνο η κεντρική περιοχή του Ιράκ γύρω από την Βαγδάτη παρέμεινε σταθερά στα χέρια του κράτους στις εβδομάδες που ακολούθησαν μετά το τέλος του πολέμου.

Από την αρχή κιόλας τα Δυτικά ΜΜΕ δώσανε ψεύτικα στοιχεία για αυτές τις εξεγέρσεις. Η εξέγερση στον Νότο, επικεντρωμένη στην Basra, απεικονίστηκε σαν μία εξέγερση των μουσουλμάνων Shia, ενώ η εξέγερση στον Βορρά παρουσιάστηκε σαν μία αποκλειστικά κουρδική εθνικιστική εξέγερση που απαιτούσε κάτι παραπάνω από μία αυτόνομη κουρδική περιοχή μέσα στο Ιράκ.

Η αλήθεια είναι ότι οι εξεγέρσεις και στο Βόρειο και στο Νότιο Ιράκ ήταν προλεταριακές εξεγέρσεις.

Η Basra είναι μία από τις πιο κοσμικές περιοχές στην Μέση Ανατολή. Κανείς σχεδόν δεν πηγαίνει σε μουσουλμανικούς ναούς στην Basra.

Οι θεμελιώδεις παραδόσεις σε αυτή την περιοχή δεν είναι ο ισλαμικός φονταμενταλισμός αλλά μάλλον ο αραβικός εθνικισμός και ο σταλινισμός. Το Ιρακινό Κομμουνιστικό Κόμμα είναι το μόνο αστικό κόμμα με κάποια σημαντική επιρροή στην περιοχή. Οι πόλεις Basra, Nasriah και Hilah είναι από καιρό γνωστές ως οι περιοχές του Κομμουνιστικού Κόμματος και έχουν μία μακρά ιστορία ανοικτής ανταρσίας απέναντι στη θρησκεία και το κράτος. Η "ιρακινή" εργατική τάξη ήταν πάντα μία από τις πιο ενοχλητικές σε μία ασταθή περιοχή.

Στο Βορρά υπάρχει μικρή συμπάθεια για τα εθνικιστικά κόμματα - το KDP και το PUK - και για τα αντάρτικά τους κινήματα (peshmergas) λόγω της επανειλημμένης αποτυχίας τους στις συμφωνίες με το ιρακινό κράτος. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στην περιοχή της Sulaimania. Οι κάτοικοι της περιοχής είναι ιδιαίτερα εχθρικοί προς τους εθνικιστές μετά από τη σφαγή της Halabja. Μετά τις επιθέσεις με χημικά από την ιρακινή αεροπορία ενάντια σε λιποτάκτες και πολίτες στην πόλη Halabja το 1988, οι peshmergas αρχικά απότρεψαν τους ανθρώπους να απομακρυνθούν και μετά λεηλάτησαν και βίασαν αυτούς που επιβίωσαν από τη σφαγή. Ως αποτέλεσμα, πολλοί χωρικοί έχουν από καιρό αρνηθεί να ταΐσουν και να δώσουν καταφύγιο σε εθνικιστές αντάρτες. Όσον αφορά το Νότο, το Κομμουνιστικό Κόμμα και οι αντάρτες του είναι πιο δημοφιλή.

Η εξέγερση στο Βορρά δεν ήταν εθνικιστική. Στα πρώτα βήματα εκτελέστηκαν μπααθιστές αξιωματούχοι (Ba'ath, είναι το όνομα του κυβερνώντος κόμματος του Σαντάμ - Σ.τ.Μ.) και άτομα της μυστικής αστυνομίας, καταστράφηκαν αστυνομικοί φάκελοι και έγιναν εφορμήσεις στις φυλακές. Οι άνθρωποι ήταν ανοικτά επιθετικοί στις αστικές πολιτικές των κούρδων εθνικιστών. Στην Sulaimania οι εθνικιστές peshmergas αποκλείστηκαν από την πόλη και ο υπό εξορία ηγέτης τους Jalal Talabani απετράπη από το να γυρίσει στη γενέτειρά του. Όταν ο ηγέτης του Κουρδικού Δημοκρατικού Κόμματος, Massoud Bamazi, πήγε στο Chamcamal, κοντά στη Sulaimania, δέχτηκε επίθεση και δύο σωματοφύλακές του σκοτώθηκαν. Όταν οι εθνικιστές μετέδωσαν το σλόγκαν: 'Τώρα είναι η ώρα για να σκοτώσουμε τους μπααθιστές!" ο λαός της Sulaimania απάντησε με το σλόγκαν: 'Τώρα είναι η ώρα για τους εθνικιστές να αρπάξουν Πόρσε!", εννοώντας ότι οι εθνικιστές ενδιαφέρονταν μόνο για λεηλασίες.

Μία επαναστατική ομάδα, η "Κομμουνιστική Προοπτική", έπαιξε μεγάλο ρόλο στην εξέγερση. Στις εκδόσεις τους, "Προλεταριάτο", συνιστούσαν τη δημιουργία εργατικών συμβουλίων. Αυτό προκάλεσε φόβο και οργή ανάμεσα στους εθνικιστές, όπως και στο Κομμουνιστικό Κόμμα και τις ομάδες που έχουν αποσχιστεί από αυτό. Αντιμέτωπες με αυτές τις προλεταριακές εξεγέρσεις τα διάφορα αστικά συμφέροντα στην περιοχή έπρεπε να αναβάλλουν τις εχθροπραξίες και να ενωθούν για να τις καταστείλουν. Είναι γενικά γνωστό ότι η Δύση, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, υποστήριζαν προ πολλού το βάναυσο καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν. Τον υποστήριξαν στον πόλεμο ενάντια στο Ιράν. Στηρίζοντας τον Σαντάμ οι δυτικές άρχουσες τάξεις αναγνώρισαν επίσης ότι το Κόμμα των Μπααθιστών, ως ένα φασιστικό κόμμα με μαζικές βάσεις, ήταν η μόνη δύναμη στο Ιράκ αρκετά ικανή και ανελέητη για να καταστείλει το πετρέλαιο-παραγωγικό προλεταριάτο.

Όμως, η τελική στρατηγική του Σαντάμ για τη διατήρηση της κοινωνικής ειρήνης στο Ιράκ ήταν υπέρ ενός μόνιμου πολεμικού προσανατολισμού και της στρατιωτικοποίησης της κοινωνίας. Αλλά μία τέτοια στρατηγική μπορούσε να οδηγήσει μόνο σε επί πλέον οικονομική καταστροφή και όξυνση των ταξικών ανταγωνισμών . Την άνοιξη του 1990 αυτή η αντίθεση γινόταν κραυγαλέα. Η ιρακινή οικονομία θρυμματίστηκε μετά από 8 χρόνια πολέμου με το Ιράν. Η παραγωγή πετρελαίου, η κύρια πηγή ξένου συναλλάγματος, περιορίστηκε ενώ οι τιμές του πετρελαίου ήταν σχετικά χαμηλές. Οι μόνες επιλογές για να ικανοποιηθούν οι υποσχέσεις ευημερίας που δόθηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου ήταν αύξηση στην τιμή του πετρελαίου ή περισσότερος πόλεμος. Η πρώτη επιλογή μπλοκαρίστηκε από το Κουβέιτ και την Σαουδική Αραβία. Για να λύσει αυτό το αδιέξοδο ο Σαντάμ έκανε ένα τολμηρό βήμα προσαρτώντας το Κουβέιτ και τα πλούσια πετρελαϊκά του κοιτάσματα.

Αυτό έδωσε στην Αμερική την ευκαιρία να επαναβεβαιώσει την πολιτική της ηγεμονία, όχι μόνο στην Μέση Ανατολή, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Με την ελπίδα του εξορκισμού του φαντάσματος του Βιετνάμ, το καθεστώς Μπους προετοιμάστηκε για έναν ολοκληρωτικό πόλεμο. Η κυβέρνηση Μπους ήλπιζε σε μία γρήγορη και οριστική νίκη που θα έδιωχνε το Ιράκ από το Κουβέιτ αφήνοντας την ίδια στιγμή το ιρακινό καθεστώς ανέπαφο. Όμως, για να κινητοποιήσει τους πολίτες σε πόλεμο, ο Μπους έπρεπε να εξισώσει τον Σαντάμ με τον Χίτλερ και έτσι δεσμευόταν όλο και πιο πολύ δημοσίως για την ανατροπή του ιρακινού ηγέτη.

Με αυτή τη δέσμευση η αμερικάνικη κυβέρνηση επιζητούσε να επιβάλλει μία τέτοια  στρατιωτική ήττα στο Ιράκ ώστε το Κόμμα των Μπααθιστών θα ήταν υποχρεωμένο να αντικαταστήσει τον Σαντάμ με κάποιον άλλο. Όντως το καθεστώς Μπους κάλεσε ανοικτά τους κυρίαρχους κύκλους στο Ιράκ να αντικαταστήσουν τον Σαντάμ Χουσεΐν με το πλησίασμα της χερσαίας επέμβασης τον Μάρτιο. Όμως, η μαζική λιποταξία των Ιρακινών στρατολογημένων και οι επακόλουθες εξεγέρσεις στο Ιράκ έκλεψαν από την αμερικάνικη κυβέρνηση μία τέτοια εύκολη νίκη. Αντί αυτού αντιμετώπισαν την πιθανότητα μετατροπής της εξέγερσης σε μία πλήρους έκτασης προλεταριακή επανάσταση, με όλες τις τρομερές συνέπειες που θα είχε αυτό στην συσσώρευση του κεφαλαίου στην Μέση Ανατολή.

Το τελευταίο πράγμα που ήθελε η αμερικάνικη κυβέρνηση ήταν να συρθεί σε μία παρατεινόμενη στρατιωτική κατάληψη του Ιράκ με στόχο την καταστολή των εξεγέρσεων. Ήταν πολύ πιο βολικό να στηρίξει το υπάρχον κράτος. Αλλά δεν υπήρχε χρόνος για να επιμείνει στην απομάκρυνση του Σαντάμ Χουσεΐν. Δεν μπορούσε να ανεχτεί εύκολα τη διάσπαση που αυτή θα προκαλούσε. Γι’ αυτό, σχεδόν σε μία νύχτα, η εχθρικότητα του Μπους απέναντι στον σφαγέα της Βαγδάτης χάθηκε. Οι δύο ανταγωνιστές σφαγείς πέρασαν στην συνεργασία.

Το πρώτο καθήκον ήταν να συντριβεί η εξέγερση στον Νότο που ενισχυόταν από τις φάλαγγες των λιποτακτών που κατέβαιναν από τα βόρεια από το Κουβέίτ. Αν και αυτοί οι λιποτάκτες στρατιώτες δεν συνιστούσαν καμία στρατιωτική απειλή για τα συμμαχικά στρατεύματα, ή για τον στόχο της "απελευθέρωσης" του Κουβέιτ, ο πόλεμος παρατάθηκε αρκετά ώστε να βομβαρδιστούν στο δρόμο προς την Basra από τη RAF (αγγλική πολεμική αεροπορία) και την USAF (αμερικάνικη πολεμική αεροπορία). Αυτή η εν ψυχρώ σφαγή εξυπηρέτησε μόνο τη διάσωση του ιρακινού κράτόυς από στασιαστές ένοπλους λιποτάκτες.

Μετά την σφαγή, οι χερσαίες συμμαχικές δυνάμεις αφού κινήθηκαν σαρωτικά μέσω του Νότιου Ιράκ για να περικυκλώσουν το Κουβέιτ, σταμάτησαν γρήγορα στην Basra και επέτρεψαν στη Ρεπουμπλικανική Φρουρά - επίλεκτα στρατεύματα πιστά στο καθεστώς του Ιράκ - να τσακίσει τους εξεγερμένους. Όλες οι προτάσεις για την επιβολή μίας οριστικής νίκης επί της Ρεπουμπλικανικής Φρουράς ή τη συνέχιση της πορείας προς τη Βαγδάτη για την ανατροπή του Σαντάμ ξεχάστηκαν γρήγορα. Στις διαπραγματεύσεις για την κατάπαυση πυρός οι συμμαχικές δυνάμεις επέμειναν να μείνουν προσγειωμένα όλα τα αεροσκάφη, αλλά επιτράπηκε για "διοικητικούς λόγους" η χρησιμοποίηση των ελικόπτερων που ήταν ζωτικής σημασίας για την καταστολή της εξέγερσης. Αυτή η "παραχώρηση" αποδείχτηκε σημαντική αφότου η εξέγερση στον Νότο καταστάληκε και η προσοχή του Ιρακινού Κράτους στράφηκε στην επεκτεινόμενη εξέγερση στο Βορρά.

Ενώ η εξέγερση στην περιοχή της Basra συνετρίβη σχεδόν στο ξεκίνημά της, η εξέγερση στο Βορρά είχε περισσότερο χρόνο να αναπτυχθεί. Ξεκίνησε στη Raniah και εξαπλώθηκε στη Sulaimania και στο Kut και στο αποκορύφωμά της απείλησε να εξαπλωθεί πέρα από το Κουρδιστάν ως την πρωτεύουσα. Ο αρχικός στόχος της εξέγερσης εκφράστηκε στο δημοφιλές σύνθημα: "Θα γιορτάσουμε την Πρωτοχρονιά με τους άραβες στη Βαγδάτη!". Η ήττα αυτού του ξεσηκωμού οφείλεται τόσο στους κούρδους εθνικιστές όσο και σης δυτικές δυνάμεις και το Ιρακινό κράτος.

Όπως όλα τα εθνικιστικά κινήματα, οι κούρδοι εθνικιστές υπερασπίζονται τα συμφέροντα των ιδιοκτητριών τάξεων ενάντια στην εργατική τάξη. Οι περισσότεροι κούρδοι εθνικιστές ηγέτες προέρχονται από πολύ πλούσιες οικογένειες. Για παράδειγμα, ο Talabani κατάγεται από μία δυναστεία που αρχικά στήθηκε από τους Βρετανούς και οι γονείς του έχουν πολυτελή ξενοδοχεία στην Βαγδάτη. Το KDP φτιάχτηκε από πλούσιους εξόριστους που εκδιώχθηκαν από το Κουρδιστάν από τις μαζικές εξεγέρσεις της εργατικής τάξης το 1958 όταν εκατοντάδες γαιοκτήμονες και καπιταλιστές κρεμάστηκαν. Ως αποτέλεσμα αυτών των ενοχλητικών γεγονότων έγινε μία συνάντηση εξόριστων αστών στην Razaea, στο Ιράν, οι οποίοι οργάνωσαν εθνικιστικά τάγματα θανάτου για να σκοτώσουν τους ταξικούς αγωνιστές στο ιρακινό Κουρδιστάν. Αργότερα διέπραξαν ρατσιστικούς φόνους αράβων. Κατά τη διάρκεια του πολέμου Ιράκ-Ιράν πολλοί λίγοι λιποτάκτες προσχώρησαν στους εθνικιστές, ενώ στο PUK δόθηκε αμνηστία από το ιρακινό κράτος με αντάλλαγμα την καταστολή των λιποτακτών.

Οι κούρδοι εθνικιστές, όπως και η διεθνής αστική τάξη, αναγνώρισαν την σημασία ενός δυνατού ιρακινού κράτους για να διατηρήσουν την συσσώρευση κεφαλαίου ενάντια σε μία αγωνιζόμενη εργατική τάξη. Τόσο πολύ που, πράγματι, απαίτησαν να παραχωρηθεί στο ιρακινό Κουρδιστάν η ιδιότητα μίας αυτόνομης περιοχής σε ένα ενωμένο Ιράκ.

Στην εξέγερση βάλανε τα δυνατά τους για να υπερασπιστούν το ιρακινό κράτος. Παρενέβησαν ενεργά για να εμποδίσουν την καταστροφή αστυνομικών φακέλων και κρατικής ιδιοκτησίας, καθώς και στρατιωτικών βάσεων. Οι εθνικιστές εμπόδισαν άραβες λιποτάκτες να ενωθούν με την "κουρδική" εξέγερση, τους αφόπλισαν και τους έστειλαν πίσω στη Βαγδάτη για να συλληφθούν. Έκαναν ό,τι μπορούσαν για να εμποδίσουν την εξέγερση να εξαπλωθεί πέρα από τα "σύνορα" του Κουρδιστάν, πράγμα που ήταν και η μόνη ελπίδα επιτυχίας της. Όταν το Ιρακινό κράτος άρχισε να στρέψει την προσοχή του προς την εξέγερση στο Κουρδιστάν οι ραδιοφωνικές εκπομπές των κούρδων εθνικιστών δεν ενθάρρυναν ούτε συντόνισαν την αντίσταση αλλά αντιθέτως μεγαλοποίησαν την απειλή που έθεταν τα εξαθλιωμένα ιρακινά στρατεύματα που ήταν ακόμη πιστά στην κυβέρνηση και πρότειναν στους ανθρώπους να καταφύγουν στα βουνά. Κάτι το οποίο έκαναν τελικά. Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν είναι έκπληξη εάν εξετάσουμε την ιστορία τους.

Παρόλο που, όπως είδαμε, υπήρξε αρκετή εχθρότητα απέναντι στους κούρδους εθνικιστές, οι τελευταίοι στάθηκαν ικανοί να αποκτήσουν τον έλεγχο και να φρενάρουν την εξέγερση στο Κουρδιστάν λόγω της οργάνωσής τους και των πλουσιότερων υλικών τους πηγών. Στηριζόμενα προ πολλού από την Δύση - το KDP από τις ΗΠΑ και το PUK από την Βρετανία - τα κουρδικά κόμματα κατάφεραν να ελέγξουν την προμήθεια τροφίμων και πληροφοριών. Αυτό ήταν ζωτικής σημασίας, αφού ύστερα από χρόνια στερήσεων, που αύξησε ο πόλεμος, η αναζήτηση τροφίμων ήταν προέχουσας σημασίας. Πολλά άτομα έμειναν ικανοποιημένα με τη λεηλασία τροφίμων, παρά με τη διατήρηση της επαναστατικής οργάνωσης και την ανάπτυξη της εξέγερσης. Αυτή η αδυναμία επέτρεψε σης εθνικιστικές οργανώσεις να παρέμβουν με τα άφθονα αποθέματα τροφίμων τους και τους καλά εξοπλισμένους ραδιοφωνικούς σταθμούς τους.

Ο πόλεμος στον Κόλπο τερματίστηκε από την άρνηση της ιρακινής εργατικής τάξης να πολεμήσει και με τις επακόλουθες εξεγέρσεις στο Ιράκ. Αλλά αυτές οι προλεταριακές πράξεις τσακίστηκαν από τις συνδυασμένες προσπάθειες των διάφορων διεθνών και εθνικών αστικών δυνάμεων. Για άλλη μία φορά, ο εθνικισμός στάθηκε εμπόδιο στην προλεταριακή επανάσταση. Ενώ είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι η πολιτική στην Μέση Ανατολή δεν κυριαρχείται από τον ισλαμικό φονταμενταλισμό και τον αραβικό εθνικισμό, όπως περιγράφεται στον αστικό τύπο, αλλά βασίζεται στην ταξική διαμάχη, πρέπει να ειπωθεί ότι οι άμεσες προοπτικές για την ανάπτυξη της πάλης της εργατικής τάξης στο Ιράκ τώρα είναι χλωμές.

Ο πόλεμος όχι μόνο αποτέλεσε την ήττα της ιρακινής εργατικής τάξης αλλά αποκάλυψε την κατάσταση της ήττας της εργατικής τάξης στις ΗΠΑ και, σε λιγότερο βαθμό, στην Ευρώπη. Το δυτικό αντιπολεμικό κίνημα ποτέ δεν αναπτύχθηκε σε μία μαζική αντίθεση της εργατικής τάξης στον πόλεμο. Παρέμενε υπό την κυριαρχία ενός πασιφιστικού προσανατολισμού που "έθεσε" τον πόλεμο με όρους ενός εναλλακτικού εθνικού συμφέροντος : "Η ειρήνη είναι πατριωτική". Ενώ εξέφρασε την αποστροφή του ολοκαυτώματος των Συμμάχων εναντιώθηκε στο να κάνει οτιδήποτε που θα το έφερνε σε αντιπαράθεση με το κράτος. Αντιθέτως εστίασε σε μάταιες συμβολικές διαμαρτυρίες που απλά υποδαύλιζαν τη λογική της αδυναμίας μπροστά στην πολεμική μηχανή του κράτους. Μετά την ήττα της εξέγερσης η παραπληροφόρηση των δυτικών ΜΜΕ συνεχίστηκε. Το προλεταριάτο παρουσιάστηκε ως αβοήθητα θύματα, έτοιμο να γίνει πελάτης των φιλανθρωπιών, ευγνώμων για τα θεάματα των ποπ-σταρ που πήραν την πρωτοβουλία των συναυλιών-δωρεών. Για όσους θυμήθηκαν την εξέγερση μια μπλούζα " Ας γίνει... Κουρδιστάν" ήταν η προφανής  απάντηση. Ενώ η εξέγερση ηττήθηκε δεν μπορούμε να επιτρέψουμε οι στόχοι της και ο τρόπος που ηττήθηκε να διαστραφούν χωρίς πρόκληση: γι’ αυτό προέκυψε και αυτό το κείμενο.

Η αποτυχία της εργατικής τάξης να αναγνωρίσει τα ταξικά της συμφέροντα ξέχωρα από τα "εθνικά συμφέροντα" και να σαμποτάρει τις πολεμικές προσπάθειες το μόνο που εξυπηρετεί είναι να εμβαθύνει τους διαχωρισμούς της διεθνούς τάξης μας ανάμεσα σε εθνικά όρια. Οι εξουσιαστές μας τώρα θα είναι πολύ πιο σίγουροι στο να διεξάγουν δολοφονικούς πολέμους χωρίς να βρίσκουν καμία αντίσταση, μία σιγουριά που τους έλειπε από τότε που η εργατική τάξη έθεσε τέλος στον πόλεμο του Βιετνάμ με ανταρσίες, λιποταξίες, απεργίες και ταραχές.

Αυτό το φυλλάδιο φτιάχτηκε από επαναστάτες από το Ιράκ και την Βρετανία. Για πληροφορίες μπορείτε να επικοινωνήσετε στις εξής διευθύνσεις:

BM CAT, LONDON WC1N 3XX, UK

PO BOX 3305, OAKLAND CA 94609, USA

ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΠΑΤΡΙΩΤΗΣ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ !

 

 ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΣΤΟ ΙΡΑΚ

 Υπάρχει μία μακρά παράδοση ταξικής πάλης στο Ιράκ, ιδιαίτερα μετά από την επανάσταση του 1958. Με την στρατηγική του Σαντάμ για μία μόνιμη προώθηση του πολέμου για να διατηρηθεί η κοινωνική ειρήνη αυτή η πάλη έχει πάρει συχνά την μορφή της μαζικής λιποταξίας από τον στρατό. Κατά τη διάρκεια του πολέμου Ιράν-Ιράκ δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες εγκατέλειψαν τον στρατό. Αυτό προκάλεσε μία μαζική αντίθεση της εργατικής τάξης στον πόλεμο. Με την αναξιοπιστία του στρατού αυξήθηκε η δυσκολία του ιρακινού κράτους να εμποδίσει τέτοιες εξεγέρσεις της εργατικής τάξης. Ήταν για αυτό το λόγο που ο Σαντάμ Χουσεΐν χρησιμοποίησε χημικά όπλα ενάντια στην πόλη της Halabja το 1988.

Μετά την εισβολή στο Κουβέιτ υπήρξαν πολλές διαδηλώσεις ενάντια στη συνεχιζόμενη κατάληψή του. Ακόμα και το κυβερνών κόμμα των Μπααθιστών ήταν αναγκασμένο να οργανώσει τέτοιες διαδηλώσεις υπό το σλόγκαν: «Όχι στο Κουβέιτ. Θέλουμε μόνο τον Σαντάμ και το Ιράκ.» με σκοπό να αποτρέψει αντιπολεμικά συναισθήματα. Με τη δραματική αύξηση της τιμής των ειδών πρώτης ανάγκης, μόνο οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά είκοσι φορές πάνω από το επίπεδο που ήταν πριν την εισβολή, υπήρχε λίγος ενθουσιασμός για τον πόλεμο. Η διαδεδομένη στάση σε όλο το Ιράκ ήταν αυτή του ντεφετισμού. Παρά την αύξηση των 200% στις πληρωμές η λιποταξία από τον στρατό έγινε διαδεδομένη. Μόνο στην πόλη της Sulajmanja οι λιποτάκτες εκτιμούνται σε 30.000. Στο Kut υπήρξαν 20.000. Ήταν τόσο μεγάλη η λιποταξία που έγινε σχετικά εύκολο στους στρατιώτες να δωροδοκήσουν την έξοδό τους από το στρατό δίνοντας λεφτά στους αξιωματικούς τους. Αλλά αυτοί οι στρατολογημένοι δε λιποτάκτησαν απλά, οργανώθηκαν. Στο Kut χιλιάδες πήγαν μαζί στο τοπικό αστυνομικό τμήμα και εξανάγκασαν την αστυνομία να θέσει τέλος στην παρενόχληση των λιποτακτών.

Δύο μέρες μετά την έναρξη του πολέμου -αντιπολεμικές ταραχές ξέσπασαν στην Ranjah και αργότερα στην Sulajmanja.