Peter Kropotkin Η κατάκτηση του ψωμιού |
||
Κεφάλαιο 9: Η ανάγκη της πολυτέλειας Ι Ο άνθρωπος βέβαια δεν έχει ως αποκλειστικό σκοπό ζωής το φαγητό, το ποτό και την εξασφάλιση καταφυγίου. Αμέσως μόλις εξασφαλιστούν οι υλικές του ανάγκες, άλλες ανάγκες, καλλιτεχνικού χαρακτήρα, θα ξεπηδήσουν επιτακτικές στο προσκήνιο. Οι στόχοι ζωής ποικίλλουν από άτομο σε άτομο, κι όσο περισσότερο εκπολιτίζεται η κοινωνία τόσο η ατομικότητα θα αναπτύσσεται και οι επιθυμίες θα γίνονται όλο και πιο ποικιλόμορφες. Ακόμη και σήμερα βλέπουμε άνδρες και γυναίκες να στερούνται τα απαραίτητα για να αποκτήσουν πράγματα δευτερεύουσας σημασίας, για να γευτούν κάποια ειδική ικανοποίηση ή κάποια πνευματική ή υλική απόλαυση. Ο χριστιανός ή ο ασκητής μπορεί να επικρίνουν τέτοιες επιθυμίες για πολυτέλεια, μα είναι ακριβώς αυτά τα πράγματα δευτερεύουσας σημασίας που σπάνε τη μονοτονία της ύπαρξης και την κάνουν ευχάριστη. Θα ήταν, αλήθεια, η ζωή, με όλες τις αναπόφευκτες λύπες της, άξια να τη ζήσει κανείς, αν, δίπλα στην καθημερινή εργασία, δεν μπορούσε να γευτεί έστω και μία απόλαυση σύμφωνα με τις προσωπικές του επιθυμίες; Εάν επιθυμούμε την κοινωνική Επανάσταση, το κάνουμε, χωρίς αμφιβολία, καταρχήν για να δώσουμε ψωμί σε όλους, για να μεταμορφώσουμε αυτήν την καταραμένη κοινωνία, όπου καθημερινά βλέπουμε θαλερούς εργάτες άπραγους, με άδεια χέρια, ελλείψει του εργοδότη που θα τους εκμεταλλευτεί, γυναίκες και παιδιά να περιφέρονται άστεγοι μέσα στη νύχτα, ολόκληρες οικογένειες καταδικασμένες να τρέφονται μονάχα με ξερό ψωμί, άνδρες, γυναίκες και παιδιά να πεθαίνουν από έλλειψη περίθαλψης, ακόμα κι από έλλειψη τροφής. Εάν εξεγειρόμαστε, είναι για να βάλουμε τέλος σε αυτές τις φαυλότητες. Μα περιμένουμε ακόμη περισσότερα από την Επανάσταση. Βλέπουμε πως ο εργάτης, που υποχρεώνεται να αγωνιστεί επίπονα απλά και μόνο για την ύπαρξή του, καταδικάζεται στην άγνοια εκείνων των υψηλότερων απολαύσεων, των ανώτατων απολαύσεων που μπορεί να γευτεί ο άνθρωπος: της επιστήμης, και ειδικά της επιστημονικής ανακάλυψης, της τέχνης, και ειδικά της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Είναι για να παρέχει σε όλους αυτές τις χαρές που τώρα προορίζονται αποκλειστικά για λίγους, για να δώσει σχόλη και τη δυνατότητα ανάπτυξης πνευματικών ικανοτήτων, που η κοινωνική Επανάσταση οφείλει να εγγυηθεί το καθημερινό ψωμί σε όλους. Μετά την εξασφάλιση του ψωμιού, η σχόλη θα είναι ο κύριος στόχος. Χωρίς αμφιβολία, σήμερα που εκατοντάδες και χιλιάδες ανθρώπων στερούνται το ψωμί, το κάρβουνο, το ρουχισμό και τη στέγη, η σχόλη είναι αδίκημα, ανάγκη που για να ικανοποιηθεί πρέπει να μείνει χωρίς ψωμί το παιδί του εργάτη! Όμως σε μια κοινωνία όπου όλοι θα μπορούν να τρέφονται επαρκώς, ανάγκες τις οποίες σήμερα θεωρούμε πολυτέλειες θα είναι αισθητές ακόμα πιο επιτακτικά. Κι αφού οι άνθρωποι δεν είναι, και δεν θα μπορούσαν να είναι, όμοιοι ο ένας με τον άλλον (η ποικιλία προτιμήσεων κι αναγκών είναι η κύρια εγγύηση ανθρώπινης προόδου), πάντοτε θα υπάρχουν, και πρέπει να υπάρχουν, άνδρες και γυναίκες των οποίων οι επιθυμίες προς κάποια συγκεκριμένη κατεύθυνση υπερβαίνουν εκείνες των άλλων, συνηθισμένων ατόμων. Δεν χρειάζεται ο καθένας ένα τηλεσκόπιο, γιατί, ακόμη κι αν η μάθηση ήταν γενική, υπάρχουν άνθρωποι που προτιμούν να εξετάζουν αντικείμενα μ' ένα μικροσκόπιο απ' το να ερευνούν το έναστρο στερέωμα. Σε κάποιους αρέσουν τα αγάλματα, σε άλλους οι εικόνες. Κάποιος δεν έχει άλλη φιλοδοξία παρά να αποκτήσει ένα εξαίρετο πιάνο, ενώ κάποιος άλλος ικανοποιείται με ένα ακορντεόν. Οι προτιμήσεις ποικίλλουν, μα οι καλλιτεχνικές ανάγκες υπάρχουν σε όλους μας. Στην παρούσα, δύστυχη καπιταλιστική μας κοινωνία, ο άνθρωπος που έχει καλλιτεχνικές ανάγκες δεν μπορεί να τις ικανοποιήσει, παρεκτός κι αν είναι κληρονόμος κάποιας μεγάλης περιουσίας ή αν μετά από σκληρή δουλειά κατορθώσει να αποκτήσει πνευματικό κεφάλαιο που θα του επιτρέψει να ακολουθήσει κάποιο ελεύθερο επάγγελμα. Παρόλα αυτά ο άνθρωπος συνεχίζει να ζει με την ελπίδα πως κάποια μέρα θα ικανοποιήσει, σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, τις ορέξεις του. Για αυτό και επικρίνει τις ιδεαλιστικές κομμουνιστικές κοινωνίες με το επιχείρημα πως στοχεύουν αποκλειστικά στον υλικό βίο του ατόμου. "Στα κοινοτικά σας καταστήματα μπορεί να έχετε ψωμί για όλους", μας λέει, "αλλά δεν θα έχετε όμορφους πίνακες, οπτικά όργανα, πολυτελή έπιπλα, περίτεχνα κοσμήματα, με λίγα λόγια όλα εκείνα τα αντικείμενα που υπηρετούν την απέραντη ποικιλία του ανθρώπινου γούστου. Κι έτσι ακυρώνετε τη δυνατότητα να αποκτηθεί οτιδήποτε πέρα απ' το ψωμί και το φαγητό, που η κοινότητα μπορεί να προσφέρει σε όλους, και απ' το γκρίζο λινό, με το οποίο θα ντύνονται όλες οι πολίτισσές σας". Αυτές είναι αντιρρήσεις που κάθε κομμουνιστικό σύστημα οφείλει να λάβει σοβαρά υπ' όψιν, οι οποίες δεν έγιναν ποτέ κατανοητές απ' τους ιδρυτές νέων κοινοτήτων στις αμερικανικές ερήμους (1). Οι τελευταίοι πίστευαν πως, αν η κοινότητα θα ήταν σε θέση να φτιάξει αρκετό ύφασμα για να ντύσει όλα της τα μέλη, θα αρκούσε μια αίθουσα μουσικής όπου οι "αδελφοί" θα μπορούσαν να γρατζουνήσουν ένα μουσικό κομμάτι ή ν' ανεβάζουν πού και πού μια θεατρική παράσταση. Λησμόνησαν πως το καλλιτεχνικό αισθητήριο υπήρχε στον γεωργό όπως και στον κάτοικο της πόλης, και, όσο κι αν η έκφραση του καλλιτεχνικού αισθητηρίου ποικίλλει ανάλογα με πολιτιστικές διαφορές, το τελευταίο παραμένει, στα βασικά σημεία του, το ίδιο. Μάταια η κοινότητα εγγυήθηκε τις κοινές βιοτικές ανάγκες, μάταια κατέστειλε κάθε εκπαίδευση που θα έτεινε να αναπτύξει την ατομικότητα, μάταια εξοβέλισε κάθε ανάγνωσμα εκτός από τη Βίβλο. Ατομικές προτιμήσεις ήρθαν στο προσκήνιο και οδήγησαν σε γενική δυσαρέσκεια. Καυγάδες ξέσπασαν όταν κάποιος πρότεινε να αγοραστεί ένα πιάνο ή ένα επιστημονικό όργανο. Τα προοδευτικά στοιχεία αναδιπλώθηκαν. Η κοινότητα μπορούσε να διατηρηθεί στη ζωή μόνο υπό τον όρο πως θα συνέθλιβε κάθε ατομικό αίσθημα, κάθε καλλιτεχνική τάση και κάθε ανάπτυξη. Θα σπρωχτεί, άραγε, η αναρχική κοινότητα προς την ίδια κατεύθυνση; Και βέβαια όχι, εφόσον κατανοήσει πως, μαζί με την παραγωγή όλων των απαραίτητων για τον υλικό βίο, οφείλει επίσης να αγωνιστεί και για την ικανοποίηση όλων των εκδηλώσεων του ανθρώπινου πνεύματος. ΙΙΕιλικρινά ομολογούμε πως, όταν σκεφτόμαστε την άβυσσο ένδειας και μαρτυρίου που μας περιβάλλει, όταν ακούμε τη σπαραξικάρδια κραυγή του εργάτη που πλανιέται στους δρόμους ζητιανεύοντας δουλειά, είμαστε απρόθυμοι να συζητήσουμε το ερώτημα "πώς θα ενεργήσουν οι άνθρωποι σε μια κοινωνία της οποίας τα μέλη τρέφονται επαρκώς, ώστε να ικανοποιήσουν κάποια άτομα που θα επιθυμούν να κατέχουν ένα κομμάτι πορσελάνης Σεβρών ή ένα βελούδινο φόρεμα;". Μπαίνουμε στον πειρασμό να απαντήσουμε: "Ας σιγουρέψουμε πρώτα το ψωμί και ύστερα φροντίζουμε για πορσελάνες και βελούδα". Μα, εφόσον οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πως ο άνθρωπος έχει και άλλες ανάγκες πέρα από το φαγητό, κι αφού το πλεονέκτημα της Αναρχίας έγκειται ακριβώς στ' ότι κατανοεί όλες τις ανθρώπινες λειτουργίες κι όλα τα πάθη, χωρίς ν' αγνοεί τίποτε, θα εξηγήσουμε, με λίγα λόγια, πώς ο άνθρωπος μπορεί να μηχανευτεί την ικανοποίηση όλων των πνευματικών και καλλιτεχνικών του αναγκών. Έχουμε ήδη αναφέρει πως, εργαζόμενος τέσσερις ή πέντε ώρες την ημέρα μέχρι την ηλικία των σαράντα πέντε ή πενήντα, ο άνθρωπος θα μπορούσε εύκολα να παράγει όλα τ' απαραίτητα για την εγγύηση της ευμάρειας για όλη την κοινωνία. Βέβαια, η ημερήσια δουλειά κάποιου συνηθισμένου στο μόχθο δεν απαρτίζεται από πέντε ώρες. Είναι μια μέρα των δέκα ωρών για 300 ημέρες το χρόνο και διαρκεί για όλη του τη ζωή. Φυσικά, όταν ο άνθρωπος είναι ζεμένος σε μια μηχανή, η υγεία του σύντομα υπονομεύεται κι η διάνοιά του αμβλύνεται. Μα όταν έχει τη δυνατότητα ποικίλλων ασχολιών, και ειδικά τη δυνατότητα της εναλλαγής μεταξύ χειρονακτικής και πνευματικής εργασίας, μπορεί να παραμείνει απασχολημένος χωρίς κόπωση, ακόμη και με ευχαρίστηση, για δέκα με δώδεκα ώρες την ημέρα. Συνεπώς, κάποιος που θα έχει εκτελέσει τέσσερις με πέντε ώρες χειρωνακτικής εργασίας, απαραίτητης για την επιβίωσή του, θα έχει στη διάθεσή του άλλες πέντε ή έξι ώρες, τις οποίες θα θελήσει να καλύψει σύμφωνα με τις επιθυμίες του. Κι αυτές οι πέντε ή έξι ώρες την ημέρα θα τον καταστήσουν απολύτως ικανό να παρέχει στον εαυτό του, συνεταιριζόμενος και με άλλους, όλα όσα επιθυμεί, πέρα απ' τα αναγκαία, τα εξασφαλισμένα για όλους. Πρώτα θα εκτελεί το καθήκον του στο χωράφι, στο εργοστάσιο, κλπ., το οποίο οφείλει στην κοινωνία ως συμβολή του στη γενική παραγωγή. Και θα αξιοποιεί το δεύτερο μισό της ημέρας, της εβδομάδας ή του έτους του για να ικανοποιήσει τις καλλιτεχνικές ή επιστημονικές ανάγκες του ή τα χόμπι του. Χιλιάδες σύλλογοι θα ξεπηδήσουν για να ικανοποιήσουν κάθε προτίμηση γούστο και κάθε πιθανή όρεξη. Κάποιοι, για παράδειγμα, θα αφιερώνουν τις ώρες σχόλης τους στη λογοτεχνία. Θα σχηματίσουν λοιπόν ομάδες που θα περιλαμβάνουν συγγραφείς, στοιχειοθέτες, τυπογράφους, χαράκτες, σχεδιαστές, που όλοι θα ακολουθούν έναν κοινό στόχο, τη διάδοση των ιδεών που τους είναι αγαπητές. Σήμερα ο συγγραφέας ξέρει πως υπάρχει ένα υποζύγιο, ο εργάτης, στον οποίο, για λίγα σελίνια την ημέρα, μπορεί να εμπιστευτεί την εκτύπωση των βιβλίων του. Ελάχιστα ενδιαφέρεται όμως να μάθει έστω και πώς μοιάζει ένα τυπογραφείο. Κι αν ο στοιχειοθέτης υποφέρει από μολυβδίαση, κι αν το παιδί που φροντίζει τη μηχανή πεθάνει από αναιμία, μήπως και δεν υπάρχουν άλλοι φτωχοί κι εξαθλιωμένοι να τους αντικαταστήσουν; Μα, όταν δεν θα υπάρχουν πια πεινασμένοι, έτοιμοι να πουλήσουν το μόχθο τους για ένα ξεροκόμματο, όταν ο εργάτης, που σήμερα είναι αντικείμενο εκμετάλλευσης, θα έχει μόρφωση και τις δικές του ιδέες να εκφράσει με μελάνι στο χαρτί και να τις διαδώσει στους άλλους, τότε οι συγγραφείς και οι επιστήμονες θα είναι αναγκασμένοι να συνεργάζονται μεταξύ τους και με τους τυπογράφους για να εκδώσουν την πρόζα τους και την ποίησή τους. Όσο οι άνθρωποι θεωρούν τη σκληρή και χειρωνακτική εργασία σημάδι κατωτερότητας, το θέαμα ενός συγγραφέα να στοιχειοθετεί το δικό του βιβλίο θα τους φαίνεται αλλόκοτο. Δεν έχει άλλωστε το γυμναστήριο ή τα σπορ για αναψυχή; Όταν το όνειδος που συνδέεται με τη χειρωνακτική εργασία θα έχει εξαφανιστεί, όταν όλοι θα πρέπει να εργάζονται με τα χέρια τους, τότε δεν θα βρίσκεται κανείς να στοιχειοθετήσει το βιβλίο τους για λογαριασμό τους. Τότε οι συγγραφείς, όπως κι οι θαυμαστές τους, γρήγορα θα μάθουν την τέχνη του χειρισμού των στοιχειοθετικών ράβδων και των ψηφίων, θα γευτούν την ικανοποίηση της συνεύρεσης όλων των θαυμαστών του προς εκτύπωση έργου, για να προετοιμάσουν τα τυπογραφικά στοιχεία, να συνθέσουν τις σελίδες, να συνοδεύσουν το έργο, μες στην παρθενική του αγνότητα, στο τυπογραφείο. Αυτές οι υπέροχες μηχανές, όργανα βασανιστηρίων για το παιδί που τις δουλεύει απ' το πρωί μέχρι το βράδυ, θα γίνουν πηγή απόλαυσης για εκείνους που θα τις χρησιμοποιούν για να δώσουν φωνή στις σκέψεις του αγαπημένου τους συγγραφέα. Θα βγει απ' αυτό χαμένη η λογοτεχνία; Ο ποιητής θα είναι λιγότερο ποιητής όταν θα έχει δουλέψει στην ύπαιθρο ή θα έχει συμβάλλει με τα χέρια του στην αναπαραγωγή της δουλειάς του; Θα χάσει ο πεζογράφος τη γνώση του περί της ανθρώπινης φύσης, όταν θα έχει σχετιστεί στενά με τους συνανθρώπους του στο δάσος ή στο εργοστάσιο, στην κατασκευή ενός δρόμου ή μιας σιδηροδρομικής γραμμής; Είναι δυνατόν να υπάρχουν περισσότερες από μία απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα; Μπορεί κάποια βιβλία να είναι λιγότερο ογκώδη, μα τότε περισσότερα θα λέγονται σε λιγότερες σελίδες. Μπορεί να εκδίδονται λιγότερες σκουπιδοφυλλάδες, αλλά το έντυπο υλικό θα διαβάζεται με μεγαλύτερη προσοχή και θα εκτιμάται περισσότερο. Το βιβλίο θα προσελκύει έναν ευρύτερο κύκλο, περισσότερο μορφωμένων αναγνωστών, οι οποίοι θα είναι ικανότεροι να το κρίνουν. Επιπλέον η τέχνη της τυπογραφίας, που τόσο λίγο έχει προοδεύσει απ' την εποχή του Γουτεμβέργιου, βρίσκεται ακόμα σε εμβρυακό στάδιο. Μπορεί σήμερα να χρειάζονται δύο ώρες για να στοιχειοθετηθεί κάτι που γράφεται σε δέκα λεπτά, όμως ταχύτερες μέθοδοι για τη διάδοση της σκέψης αναζητούνται και θα ανακαλυφτούν. Τι κρίμα που δεν πρέπει ο κάθε συγγραφέας να έχει μερίδιο στην εκτύπωση των έργων του! Τι προόδους δεν θα είχε ήδη κάνει η τυπογραφία! Δεν θα χρησιμοποιούσαμε ακόμη τα κινητά στοιχεία, όπως έκαναν στον δέκατο έβδομο αιώνα. IIIΕίναι όνειρο να φανταζόμαστε μια κοινωνία όπου, αφού όλοι θα έχουν γίνει παραγωγοί, αφού όλοι θα έχουν δεχτεί την παιδεία, που θα τους καθιστά ικανούς να καλλιεργήσουν την επιστήμη ή την τέχνη, και αφού όλοι θα έχουν την απαιτούμενη σχόλη, οι άνθρωποι θα συνεταιρίζονται για να εκδώσουν τα έργα της επιλογής τους, συμβάλλοντας ο καθένας με το δικό του μερίδιο χειρωνακτικής εργασίας; Ήδη έχουμε εκατοντάδες επιστημονικές, λογοτεχνικές κι άλλες εταιρείες, και αυτές δεν είναι άλλο παρά εθελοντικές ομάδες ανθρώπων που ενδιαφέρονται για συγκεκριμένους κλάδους της γνώσης και συνεταιρίζονται με σκοπό τη διάδοση των έργων τους. Οι συγγραφείς που γράφουν για τα περιοδικά τέτοιων εταιρειών δεν πληρώνονται και τα περιοδικά δεν είναι προς πώληση· αποστέλλονται δωρεάν σε κάθε σημείο της υδρογείου, σε άλλες εταιρείες που καλλιεργούν τους ίδιους γνωστικούς κλάδους. Το τάδε μέλος της εταιρείας μπορεί να περιλάβει στην επετηρίδα της μια μονοσέλιδη σύνοψη των παρατηρήσεών του, κάποιο άλλο μπορεί να δημοσιεύσει εκεί μια εκτενή εργασία, αποτέλεσμα πολύχρονης μελέτης, ενώ άλλοι θα περιοριστούν στο να τη συμβουλευτούν ως αφετηρία περαιτέρω έρευνας. Όπως και αν έχει, όλοι αυτοί οι συγγραφείς και αναγνώστες συνεταιρίζονται για την παραγωγή έργων για τα οποία όλοι ενδιαφέρονται. Είναι αλήθεια πως, όπως κι ο ιδιώτης συγγραφέας, μια επιστημονική εταιρεία απευθύνεται στο τυπογραφείο, όπου την εκτέλεση της εκτύπωσης αναλαμβάνουν εργάτες. Σήμερα, εκείνοι που ανήκουν σε επιστημονικές εταιρείες απεχθάνονται τη χειρωνακτική εργασία, η οποία, πράγματι, εκτελείται κάτω από πολύ κακές συνθήκες. Όμως μια κοινότητα που θα παρείχε μια γενναιόδωρη φιλοσοφική κι επιστημονική παιδεία στα μέλη της θα γνώριζε πώς να οργανώσει τη χειρωνακτική εργασία έτσι ώστε η τελευταία να γίνει το καύχημα της ανθρωπότητας. Οι επιστημονικοί της σύλλογοι θα γίνονταν συνεταιρισμοί ερευνητών, εραστών της επιστήμης και εργατών, όπου όλοι θα γνώριζαν ένα χειρωνακτικό επάγγελμα και όλοι θα μοιράζονταν ένα κοινό ενδιαφέρον για την επιστήμη. Αν, για παράδειγμα, η εταιρεία ασχολείται με τη μελέτη της γεωλογίας, όλοι θα συμβάλλουν στη έρευνα των στρωμάτων της γης. Το κάθε μέλος θα επωμίζεται το μερίδιό του στην έρευνα και δέκα χιλιάδες ερευνητές, εκεί που τώρα διαθέτουμε μόνο εκατό, θα καταφέρνουν σε έναν χρόνο περισσότερα απ' ό,τι σήμερα καταφέρνουμε σε μία εικοσαετία. Κι όταν οι εργασίες τους πρόκειται να δημοσιευτούν, δέκα χιλιάδες άνδρες και γυναίκες, ικανοί κι ικανές σε διάφορα επαγγέλματα, θα 'ναι έτοιμοι να σχεδιάσουν χάρτες, να χαράξουν σχέδια, να συνθέσουν και να εκτυπώσουν τα βιβλία. Με τι χαρά θα αφιερώνουν τη σχόλη τους, το καλοκαίρι στην έρευνα υπαίθρου, το χειμώνα σε εργασίες εσωτερικού χώρου! Και όταν τα έργα τους θα εμφανίζονται στην κυκλοφορία, θα βρίσκουν όχι μονάχα εκατό, μα δέκα χιλιάδες αναγνώστες ενδιαφερόμενους για την κοινή τους δουλειά. Αυτή είναι η κατεύθυνση προς την οποία ήδη κινείται η πρόοδος. Ακόμη και στις μέρες μας, όταν η Αγγλία ένιωσε την ανάγκη για ένα πλήρες λεξικό της αγγλικής γλώσσας (2), δεν περίμενε την γέννηση ενός Λιτρέ (3) (Littri) που θα αφιέρωνε τη ζωή του σε αυτό το έργο. Έγινε έκκληση εθελοντών, και χίλιοι άνθρωποι πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους, αυθόρμητα και χωρίς αμοιβή, για να επελάσουν στις βιβλιοθήκες, να κρατήσουν σημειώσεις και να ολοκληρώσουν σε λίγα χρόνια ένα έργο που ένας άνθρωπος θα αδυνατούσε να ολοκληρώσει στο διάστημα μιας ολόκληρης ζωής. Το ίδιο πνεύμα αναφύεται σε όλους τους κλάδους της ανθρώπινης διανοητικής δραστηριότητας. Η ιδέα μας για την ανθρωπότητα θα ήταν εξαιρετικά περιορισμένη, εάν δεν προβλέπαμε πως το μέλλον αυτοσυστήνεται μέσα από αυτή τη συνεργασία για την εκτέλεση ενός έργου, που σταδιακά αντικαθιστά την ατομική εργασία. Για να ήταν αυτό το λεξικό έργο αληθινά συλλογικό, θα έπρεπε πολλοί εθελοντές συγγραφείς, τυπογράφοι και διορθωτές να είχαν εργαστεί από κοινού. Κάτι προς αυτήν την κατεύθυνση γίνεται ήδη από τον σοσιαλιστικό Τύπο, ο οποίος μας προσφέρει παραδείγματα συνδυασμού χειρωνακτικής και πνευματικής εργασίας. Συχνά στις εφημερίδες μας ένας σοσιαλιστής αρθρογράφος συνθέτει το δικό του άρθρο προς εκτύπωση. Πράγματι, τέτοιες απόπειρες σπανίζουν, υποδεικνύουν όμως την κατεύθυνση της εξέλιξης. Δείχνουν το δρόμο προς την ελευθερία. Στο μέλλον, όταν κάποιος θα έχει κάτι χρήσιμο να πει, λέξεις που υπερβαίνουν τις σκέψεις του αιώνα του, δεν θα χρειάζεται να ψάξει για κάποιον εκδότη ικανό να επενδύσει το απαραίτητο κεφάλαιο. Θα ψάξει για συνεργάτες μεταξύ εκείνων που γνωρίζουν το τυπογραφικό επάγγελμα και εγκρίνουν την ιδέα του νέου του έργου. Κι όλοι μαζί θα εκδώσουν το νέο βιβλίο ή τη νέα εφημερίδα. Η λογοτεχνία και η δημοσιογραφία θα πάψουν να είναι μέσα κέρδους και βιοπορισμού σε βάρος άλλων. Αλλά υπάρχει έστω κι ένας που γνωρίζει τη λογοτεχνία και τη δημοσιογραφία από μέσα και δεν εύχεται με όλη του την καρδιά πως η γραφή θ' απελευθερωθεί επιτέλους από εκείνους που κάποτε την προστάτευαν και που τώρα την εκμεταλλεύονται, κι απ' το πλήθος εκείνων που, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, την πληρώνουν ευθέως ανάλογα με τη μετριότητά της ή την ευκολία προσαρμογής της στο κακό γούστο της πλειοψηφίας; Τα γράμματα κι η επιστήμη θα πάρουν τη θέση που τους αρμόζει στο έργο της ανθρώπινης ανάπτυξης όταν, ελεύθερα από μισθοφορικά δεσμά, θα καλλιεργούνται από εκείνους που τ' αγαπούν και για εκείνους που τ' αγαπούν. IVΗ λογοτεχνία, η επιστήμη κι η τέχνη πρέπει να καλλιεργηθούν από ελεύθερους ανθρώπους. Μόνο έτσι θα κατορθώσουν να χειραφετηθούν απ' το ζυγό του Κράτους, του κεφαλαίου και της αστικής μετριότητας που τις στραγγαλίζει. Τι μέσα διαθέτει σήμερα ο επιστήμονας για να διεξάγει τις έρευνες που τον ενδιαφέρουν; Θα έπρεπε μήπως να ζητήσει βοήθεια από το Κράτος, η οποία παρέχεται σ' έναν υποψήφιο στους εκατό, και την οποία κανείς δεν μπορεί να λάβει παρά μόνο εφόσον δεσμευτεί ανοιχτά πως δεν θα παρεκκλίνει απ' την πεπατημένη; Ας θυμηθούμε πως το Ινστιτούτο της Γαλλίας κατέκρινε τον Δαρβίνο, πως η Ακαδημία της Αγίας Πετρούπολης περιφρόνησε τον Μεντελέγιεφ (4) (Mendelιeff) και πως η Βασιλική Εταιρεία του Λονδίνου αρνήθηκε να δημοσιεύσει την εργασία του Τζάουλ (5) (Joule), στην οποία προσδιόρισε το μηχανικό ισοδύναμο της θερμότητας, κρίνοντάς την ως "μη επιστημονική" (6). Αυτός είναι ο λόγος που όλες οι σημαντικές έρευνες, όλες οι ανακαλύψεις που έφεραν επανάσταση στην επιστήμη, πραγματοποιήθηκαν εκτός των ακαδημιών και των πανεπιστημίων, είτε από ανθρώπους που διέθεταν πλούτο αρκετό για να παραμένουν ανεξάρτητοι, όπως ο Δαρβίνος κι ο Λάιελ (7) (Lyell), είτε από εκείνους που υπονόμευσαν την υγεία τους δουλεύοντας μέσα στη φτώχεια, συχνά μες την απόλυτη ένδεια, χάνοντας ατέλειωτο χρόνο ελλείψει εργαστηρίου κι αδυνατώντας ν' αγοράσουν τα όργανα ή τα απαραίτητα βιβλία για να συνεχίσουν την έρευνά τους, επιμένοντας ακόμα κι όταν είχε χαθεί κάθε ελπίδα, πεθαίνοντας, πολλές φορές, πριν το τέρμα του μόχθου τους διαγραφεί στον ορίζοντα. Αμέτρητα τα ονόματά τους. Συνολικά το σύστημα ερευνητικής αρωγής που παρέχεται απ' το Κράτος είναι τόσο κακό που η επιστήμη διαρκώς προσπαθεί να χειραφετηθεί απ' αυτό. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο υπάρχουν στην Ευρώπη και στην Αμερική χιλιάδες επιστημονικές εταιρείες οργανωμένες και συντηρούμενες από εθελοντές. Κάποιες έχουν αναπτυχθεί σε τέτοιο βαθμό που ούτε όλοι οι πόροι των κρατικά επιχορηγούμενων εταιρειών ούτε και ο πλούτος εκατομμυριούχων δεν θα μπορούσαν να εξαγοράσουν τους θησαυρούς τους. Κανένα κυβερνητικό ίδρυμα δεν διαθέτει τον πλούτο της Ζωολογικής Εταιρείας του Λονδίνου (8), η οποία στηρίζεται σε εθελοντικές εισφορές. Η τελευταία δεν αγοράζει τα ζώα που κατά χιλιάδες κατοικούν στους κήπους της -της αποστέλλονται από άλλες εταιρείες κι από συλλέκτες σ' ολόκληρο τον κόσμο: Η Ζωολογική Εταιρεία της Βομβάης θα δωρίσει έναν ελέφαντα· Αιγύπτιοι φυσιοδίφες, μιαν άλλη φορά, θα προσφέρουν έναν ιπποπόταμο ή έναν ρινόκερο. Κι αυτά τα σπουδαία δώρα, πτηνά, ερπετά, συλλογές εντόμων κλπ. καταφτάνουν κάθε μέρα, από κάθε γωνιά της υδρογείου. Αυτές οι αποστολές συχνά περιλαμβάνουν ζώα που δεν θα μπορούσαν ν' αγοραστούν ούτε για όλο το χρυσάφι του κόσμου: Έτσι, κάποιος ταξιδιώτης, που αιχμαλώτισε ένα ζώο με κίνδυνο της ζωής του και που τώρα τ' αγαπάει όπως θ' αγαπούσε το ίδιο του το παιδί, θα το δώσει στην Εταιρεία, γιατί είναι βέβαιος πως εκείνη θα το φροντίσει. Το εισιτήριο εισόδου που πληρώνεται απ' τους επισκέπτες, κι αυτοί είναι αμέτρητοι, αρκεί για τη συντήρηση ολόκληρου αυτού του -τεράστιου- ιδρύματος. Η ανεπάρκεια της Ζωολογικής Εταιρείας του Λονδίνου, όπως κι άλλων ομοειδών εταιρειών, έγκειται στο ότι η συνδρομή ενός μέλους δεν μπορεί να πληρωθεί μ' εργασία, δηλαδή στο ότι οι φροντιστές και οι αναρίθμητοι υπάλληλοι αυτού του μεγάλου ιδρύματος δεν αναγνωρίζονται ως μέλη της Εταιρείας, ενώ πολλοί άλλοι δεν έχουν άλλο κίνητρο συμμετοχής στην Εταιρία παρά το να τυπώσουν στην κάρτα τους τα καβαλιστικά αρχικά F.Z.S. (Μέλος της Ζωολογικής Εταιρείας). Με μια λέξη, αυτό που χρειάζεται είναι πληρέστερη συνεργασία. Μπορούμε να πούμε και για τους εφευρέτες το ίδιο που είπαμε για τους επιστήμονες. Και ποιος δεν γνωρίζει τα βάσανα που πέρασαν όλοι σχεδόν οι διάσημοι εφευρέτες; Νύχτες αγρύπνιας, οικογένειες που στερήθηκαν το ψωμί, έλλειψη εργαλείων κι υλικών για πειράματα, αυτή είναι η ιστορία σχεδόν όλων όσων εμπλούτισαν τη βιομηχανία με εφευρέσεις που είναι, αληθινά, το δίκαιο καύχημα του πολιτισμού μας. Μα τι πρέπει να κάνουμε για ν' αλλάξουμε συνθήκες που είναι κατά γενική πεποίθηση κακές; Τα δικαιώματα ευρεσιτεχνίας έχουν δοκιμαστεί, και ξέρουμε με τι αποτέλεσμα. Ο εφευρέτης πουλά τα δικαιώματα ευρεσιτεχνίας του για λίγα σελίνια, κι εκείνος που δεν έκανε άλλο παρά να δανείσει το κεφάλαιο τσεπώνει τα, συχνά τεράστια, κέρδη ως αποτέλεσμα της εφεύρεσης. Επιπλέον, τα δικαιώματα ευρεσιτεχνίας απομονώνουν τον εφευρέτη. Τον υποχρεώνουν να κρατήσει μυστικές τις έρευνές του, οι οποίες για αυτόν το λόγο καταλήγουν στην αποτυχία. Ενώ και η απλούστερη υπόδειξη, προερχόμενη από κάποιο μυαλό λιγότερο απορροφημένο στη θεμελιώδη ιδέα, καμία φορά αρκεί για να γονιμοποιήσει την εφεύρεση και να την καταστήσει πραγματοποιήσιμη. Εφόσον η σκέψη δεν επιδέχεται δικαιωμάτων ευρεσιτεχνίας, τα τελευταία είναι θεωρητικά μια κραυγαλέα αδικία και, στην πράξη, μεγάλα εμπόδια για τη ραγδαία ανάπτυξη των εφευρέσεων. Αυτό που χρειάζεται για την προώθηση του εφευρετικού πνεύματος είναι, πρώτα απ' όλα, η αφύπνιση της σκέψης, το θαρραλέο της σύλληψης, αυτό που όλη μας η εκπαίδευση οδηγεί στην αδράνεια. Είναι η εξάπλωση της επιστημονικής παιδείας που θα μπορούσε να εκατονταπλασιάσει τον αριθμό ανθρώπων με διερευνητικό πνεύμα, είναι η πίστη πως η ανθρωπότητα πρόκειται να κάνει ένα βήμα μπροστά. Γιατί είναι ο ενθουσιασμός, η ελπίδα να κάνεις κάτι καλό, που ενέπνευσε όλους τους μεγάλους εφευρέτες. Μόνο η κοινωνική Επανάσταση μπορεί να δώσει αυτή την ορμή στο πνεύμα, αυτό το θάρρος, αυτή την γνώση, αυτή την πίστη στη δουλειά για το σύνολο. Θα έχουμε, τότε, τεράστια ιδρύματα, εξοπλισμένα με μηχανική ισχύ και εργαλεία κάθε είδους, απέραντα βιομηχανικά εργαστήρια ανοιχτά σε κάθε ενδιαφερόμενο, όπου οι άνθρωποι θα μπορούν να πραγματώνουν τα όνειρά τους, αφού θα έχουν εκπληρώσει το καθήκον τους προς την κοινωνία. Εκεί θα περνούν πέντε ή έξι ώρες σχόλης, εκεί θα εκτελούν τα πειράματά τους, εκεί θα βρίσκουν άλλους σαν κι αυτούς, ειδικούς σε άλλους κλάδους της βιομηχανίας, που, όμοια, θα έχουν έρθει να μελετήσουν κάποιο δύσκολο πρόβλημα, και που, συνεπώς, θα είναι σε θέση να βοηθήσουν και να διαφωτίσουν ο ένας τον άλλον. Κι η συνάντηση των ιδεών τους θα κάνει την επί μακρό χρονικό διάστημα αναζητούμενη λύση να βρεθεί. Κι όμως, αυτό δεν είναι όνειρο. Όσον αφορά τεχνικά θέματα, έχει ήδη εν μέρει κατασκευαστεί στο Σολανόι Γκοροντόκ (Solanoy Gorodok), στην Πετρούπολη, ένα εργοστάσιο καλά εξοπλισμένο με εργαλεία κι ανοιχτό στον καθένα. Εργαλεία και μηχανική ισχύς παρέχονται δωρεάν, μόνο μέταλλα και ξυλεία χρεώνονται σε τιμή κόστους. Δυστυχώς, οι εργάτες πηγαίνουν εκεί μόνο τη νύχτα, κατάκοποι μετά από δέκα ώρες δουλειάς στο εργοστάσιο. Επιπλέον, κρύβουν με προσοχή τις εφευρέσεις τους ο ένας απ' τον άλλον, περιορισμένοι όπως είναι απ' τα δικαιώματα ευρεσιτεχνίας και τον Καπιταλισμό, αυτόν τον καρκίνο της σύγχρονης κοινωνίας, αυτό το φράγμα στο δρόμο της πνευματικής κι ηθικής προόδου. VΚαι η τέχνη; Από παντού ακούμε θρήνους για την παρακμή της τέχνης. Είμαστε, όντως, πολύ κατώτεροι των μεγάλων δασκάλων της Αναγέννησης. Οι τεχνικές πλευρές της τέχνης έχουν προσφάτως κάνει μεγάλες προόδους, χιλιάδες άνθρωποι, προικισμένοι με κάποιο ταλέντο, καλλιεργούν τον κάθε της κλάδο. Μα η τέχνη μοιάζει να πετά μακριά από τον πολιτισμό μας! Οι τεχνικές προοδεύουν ραγδαία, μα η έμπνευση συχνάζει λιγότερο παρά ποτέ στα ατελιέ των καλλιτεχνών. Και πράγματι από πού να προέλθει η έμπνευση; Μόνο μια μεγάλη ιδέα μπορεί να εμπνεύσει την τέχνη. Σύμφωνα με το ιδεώδες μας, η τέχνη είναι συνώνυμη της δημιουργίας, πρέπει να κοιτάζει μπροστά. Αλλά, εκτός από σπάνιες, πολύ σπάνιες εξαιρέσεις, ο κατ' επάγγελμα καλλιτέχνης παραμένει υπερβολικά υλιστής για να συλλάβει νέους ορίζοντες. Κι ακόμη παραπέρα, αυτή η έμπνευση δεν μπορεί να προέλθει από βιβλία, οφείλει να αντληθεί από τη ζωή, και η σημερινή κοινωνία δεν αδυνατεί να τη διεγείρει. Ο Ραφαήλ (9) κι ο Μουρίγιο (10) (Murillo) δημιούργησαν σε μια εποχή που η αναζήτηση νέου ιδεώδους μπορούσε να προσαρμοστεί στις παλιές θρησκευτικές παραδόσεις. Ζωγράφισαν για να διακοσμήσουν σπουδαίες εκκλησίες που αντιπροσώπευαν το έργο της πίστης πολλών γενεών. Η βασιλική, με τη μυστηριώδη όψη της, με το μεγαλείο της, συνδεόταν με την ίδια τη ζωή της πόλης και ήταν σε θέση να εμπνεύσει τον ζωγράφο. Ο ζωγράφος εργαζόταν για ένα λαϊκό μνημείο, συνδιαλεγόταν με τους συμπολίτες του και σε αντάλλαγμα δεχόταν έμπνευση, απευθυνόταν στους πολλούς, όπως έκαναν και ο νάρθηκας, οι κολώνες, τα βιτρό, τα αγάλματα και οι σκαλιστές πόρτες. Στις μέρες μας η μεγαλύτερη τιμή που μπορεί να προσδοκεί ένας ζωγράφος είναι να δει τον πίνακά του, πλαισιωμένο με πλουμιστή κορνίζα, να κρέμεται σ' ένα μουσείο, ένα είδος εμπορίου περιέργων αντικειμένων, όπου βλέπεις, όπως στο Πράδο (11), την "Κοίμηση" του Μουρίγιο δίπλα σε έναν ζητιάνο του Βελάθκεθ (12) και στα σκυλιά του Φιλίππου Β΄ (13). Δύστυχε Βελάθκεθ, δύστυχε Μουρίγιο! Δύστυχα ελληνικά αγάλματα που ζούσαν στη ακρόπολη των πόλεών τους και σήμερα ασφυκτιούν κάτω απ' τα κόκκινα παραπετάσματα του Λούβρου! Όταν ο Έλληνας γλύπτης σμίλευε το μάρμαρο, προσπαθούσε να εκφράσει το πνεύμα και την καρδιά της πόλης. Όλα της τα πάθη, όλες της οι ένδοξες παραδόσεις ήταν να ξαναζήσουν μες το έργο του. Μα σήμερα η ενιαία πόλη έχει πάψει πια να υπάρχει. Δεν υπάρχει πια κοινότητα των ιδεών. Η πόλη δεν είναι παρά τυχαίο συνονθύλευμα ανθρώπων που δεν γνωρίζουν ο ένας τον άλλον, που δεν έχουν άλλο κοινό ενδιαφέρον παρά πώς θα πλουτίσουν ο ένας σε βάρος του άλλου. Πατρίδα δεν υπάρχει... Ποια κοινή πατρίδα μπορεί να μοιραστεί ο διεθνής τραπεζίτης με εκείνον που μαζεύει κουρέλια; Μόνον αφού οι πόλεις, οι επαρχίες, τα έθνη, οι ομάδες εθνών, θα έχουν ανανεώσει την αρμονική ζωή τους, μόνο τότε η τέχνη θα μπορέσει να αντλήσει την έμπνευσή της από κοινά ιδεώδη. Τότε ο αρχιτέκτονας θα συλλάβει το μνημείο της πόλης, που δεν θα είναι πια ναός, φυλακή ή φρούριο. Τότε ο ζωγράφος, ο γλύπτης, ο χαράκτης, ο διακοσμητής θα γνωρίζουν που να τοποθετήσουν τους πίνακες, τα αγάλματα και τους διακόσμους τους, αντλώντας τη δύναμη της εκτέλεσης από την ίδια ζωτική πηγή, βαδίζοντας όλοι μαζί ένδοξα προς το μέλλον. Μέχρι τότε η τέχνη δεν μπορεί παρά να φυτοζωεί. Οι καλύτεροι πίνακες των σύγχρονων καλλιτεχνών είναι εκείνοι που αναπαριστούν τη φύση: χωριά, κοιλάδες, τη θάλασσα με τους κινδύνους της, το βουνό με το μεγαλείο του. Μα πώς μπορεί ο ζωγράφος να εκφράσει την ποίηση της δουλειάς στο χωράφι, όταν την έχει σκεφτεί, φανταστεί μονάχα, όταν ποτέ δεν έχει γευτεί ο ίδιος τη χαρά της; Όταν δεν την γνωρίζει παρά όσο το αποδημητικό πουλί γνωρίζει τη χώρα πάνω από την οποία πετάει στα ταξίδια του; Όταν στη θαλερή του πρώτη νιότη δεν ακολούθησε το αλέτρι την αυγή, δεν γνώρισε τη χαρά να θερίσει τα σπαρτά με ένα πλατύ δίπλωμα του δρεπανιού, δίπλα σε γεροδεμένους ξωμάχους, που δένανε το σανό με σφρίγος αντάξιο των ολοζώντανων κοριτσιών που πλημμυρίζανε τον αέρα με τα τραγούδια τους; Την αγάπη για τη γη και για ό,τι φυτρώνει απάνω της δεν την αποκτάς ζωγραφίζοντάς την με το πινέλο, μόνο με το να τη δουλεύεις. Και χωρίς να την αγαπάς, πώς να την ζωγραφίσεις; Αυτός είναι ο λόγος που, ό,τι κι αν έχουν φτιάξει, με αυτό το θέμα, ακόμη κι οι καλύτεροι ζωγράφοι, είναι ακόμη τόσο ατελές, τόσο επίπλαστο, σχεδόν πάντοτε απλώς και μόνο αισθηματικό. Του λείπει η δύναμη. Πρέπει να έχεις δει το ηλιοβασίλεμα ενώ γυρνάς απ' τη δουλειά. Πρέπει να έχεις κάνει αγρότης μεταξύ αγροτών για να συγκρατήσεις το μεγαλείο του στα μάτια σου. Πρέπει να έχεις βρεθεί στη θάλασσα με τους ψαράδες, κάθε ώρα της μέρας και της νύχτας, να έχεις ψαρέψει ο ίδιος, να έχεις παλέψει με τα κύματα, να έχεις αναμετρηθεί με την καταιγίδα, και μετά από σκληρή δουλειά να έχεις γευτεί τη χαρά να τραβήξεις βαρύ το δίχτυ ή την απογοήτευση να το δεις αδειανό, για να καταλάβεις την ποίηση του ψαρέματος. Πρέπει να έχεις κάνει στο εργοστάσιο, να έχεις γνωρίσει τον κάματο και τις χαρές της δημιουργικής εργασίας, να έχεις σφυρηλατήσει μέταλλα στο λαμπρό φως του φούρνου του μεταλλουργείου, να έχεις νιώσει τη ζωή μέσα στη μηχανή, για να καταλάβεις τη δύναμη του ανθρώπου και να την εκφράσεις σ' ένα έργο τέχνης. Αλήθεια, πρέπει να έχεις διαποτιστεί από τα λαϊκά αισθήματα για να τα περιγράψεις. Εκτός αυτού, τα έργα των μελλοντικών καλλιτεχνών, που θα έχουν ζήσει τη ζωή του λαού, όπως οι μεγάλοι καλλιτέχνες του παρελθόντος, δεν θα προορίζονται για πώληση. Θα είναι μέρος αναπόσπαστο του καθολικής ζωής, που θα είναι ατελής χωρίς αυτά, όπως κι αυτά θα είναι ατελή χωρίς εκείνη. Οι άνθρωποι θα πηγαίνουν στη ίδια την πόλη του καλλιτέχνη για να δουν το έργο του, και η ομορφιά αυτού του έργου, γεμάτη πνεύμα κι ευγένεια, θα φέρνει το επωφελές αποτέλεσμά της στην καρδιά και στο νου. Η τέχνη για να αναπτυχθεί πρέπει να συνδέεται με την παραγωγική εργασία με χίλιους τρόπους, να σχηματίζει, ας πούμε, μαζί της ένα ενιαίο κράμα, όπως τόσο συχνά και τόσο καλά έχουν αποδείξει ο Ράσκιν (14) (Ruskin) και ο μεγάλος σοσιαλιστής ποιητής Μόρις (14) (Morris) (15). Το καθετί που περιβάλλει τον άνθρωπο, στο δρόμο, στο εσωτερικό κι εξωτερικό των δημόσιων μνημείων, πρέπει να έχει καθαρά καλλιτεχνική μορφή. Μα αυτό θα είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί μόνο σε μια κοινωνία όπου όλοι θα απολαμβάνουν άνεση και σχόλη. Τότε θα δούμε καλλιτεχνικούς συλλόγους όπου ο καθένας θα μπορεί να βρει χώρο για τις ικανότητές του, γιατί η τέχνη δεν μπορεί να κάνει χωρίς έναν άπειρο αριθμό συμπληρωματικών εργασιών απολύτως χειρωνακτικού και τεχνικού χαρακτήρα. Αυτοί οι καλλιτεχνικοί σύλλογοι θα αναλάβουν να στολίσουν τα σπίτια των μελών τους, όπως έκαναν εκείνοι οι καλοί εθελοντές, οι νεαροί ζωγράφοι του Εδιμβούργου, που διακόσμησαν τους τοίχους και τις οροφές του μεγάλου νοσοκομείου για τους φτωχούς στην πόλη τους. Ο ζωγράφος ή ο γλύπτης που θα έχει φτιάξει ένα έργο με προσωπικό αίσθημα θα το προσφέρει στη γυναίκα που αγαπάει ή σε κάποιον φίλο. Θα είναι εκείνο το έργο, εμπνευσμένο από και εκτελεσμένο για χάρη του έρωτα, κατώτερο από την τέχνη που σήμερα ικανοποιεί τη ματαιοδοξία του απαίδευτου επειδή κοστίζει πολλά χρήματα; Το ίδιο θα γίνεται με κάθε ευχαρίστηση που υπερβαίνει τις βιοτικές ανάγκες. Εκείνος που θα επιθυμεί ένα εξαίρετο πιάνο θα συμμετάσχει στο σύλλογο κατασκευαστών μουσικών οργάνων. Και αφιερώνοντας στο σύλλογο μέρος του ελεύθερου χρόνου από την ημιεργάσιμη ημέρα του σύντομα θα έχει το πιάνο των ονείρων του. Εάν αρέσκεται με πάθος στις αστρονομικές μελέτες, θα συμμετάσχει στο σύλλογο των αστρονόμων, με τους φιλοσόφους του, τους παρατηρητές του, τους υπολογιστές (16) του, με τους τεχνίτες του των αστρονομικών οργάνων, τους επιστήμονες κι ερασιτέχνες του, και θα έχει το τηλεσκόπιο που επιθυμεί αναλαμβάνοντας το δικό του μερίδιο επί της συλλογικής εργασίας. Γιατί είναι ειδικά η σκληρή εργασία που είναι απαραίτητη σε ένα αστεροσκοπείο, η εργασία του χτίστη, του ξυλουργού, του μηχανικού και του τεχνίτη που θα δώσει την τελικό άγγιγμα σ' ένα όργανο υψηλής ακρίβειας. Για να συνοψίσουμε, οι πέντε ή εφτά ώρες την ημέρα που ο καθένας θα έχει στη διάθεσή του, αφού θα έχει αφιερώσει κάποιες ώρες στην παραγωγή των απαραίτητων, θα επαρκούν και με το παραπάνω για την ικανοποίηση όλων των πόθων για πολυτέλεια, όσο ποικίλοι κι αν είναι αυτοί. Χιλιάδες σύλλογοι θα αναλάβουν να τους ικανοποιήσουν. Αυτό που σήμερα είναι προνόμιο μιας ασήμαντης μειοψηφίας θα είναι προσιτό σε όλους. Η πολυτέλεια, παύοντας να είναι η ανόητη κι υπερφίαλη επίδειξη της αστικής τάξης, θα γίνει μια καλλιτεχνική απόλαυση. Και με αυτό ο καθένας θα είναι ευτυχέστερος. Στη συλλογική εργασία, που θα εκτελείται με ελαφριά καρδιά για την επίτευξη ενός επιθυμητού αποτελέσματος, σ' ένα βιβλίο, σ' ένα έργο τέχνης, σ' ένα πολυτελές αντικείμενο, ο καθένας θα βρίσκει το κίνητρο και την απαραίτητη αναψυχή που κάνει τη ζωή ευχάριστη. Πασχίζοντας να δώσουμε τέλος στη διάκριση μεταξύ αφέντη και σκλάβου, πασχίζουμε για την ευτυχία και των δύο, για την ευτυχία της ανθρωπότητας. |
||
Σημειώσεις:
|